Όπως τονίζει ο Καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευθύμης Λέκκας, στην Ισλανδία κατά τακτά χρονικά διαστήματα, η ηφαιστειακή δραστηριότητα επανέρχεται όπως για παράδειγμα το 2014, οπότε και εξερράγη το ηφαίστειο Bardarbunga που βρίσκεται στο κέντρο της χώρας παράγοντας λάβα που κάλυψε 84 τετραγωνικά χιλιόμετρα και το ηφαίστειο Fagradalsfjall που εξερράγη το 2021, δημιουργώντας ένα τεράστιο εργαστήριο φύσης κοντά στην πρωτεύουσα Reykjavik, το οποίο επισκέπτονταν χιλιάδες τουρίστες κάθε μέρα.
Η Ισλανδία είναι χώρα των ηφαιστείων, που εδώ και εκατομμύρια χρόνια έχει δομηθεί αποκλειστικά σχεδόν από λάβα, η οποία βρίσκει διέξοδο μέσα από δύο τεράστιες τεκτονικές πλάκες που αποκλίνουν και δημιουργούν κενό πλήρωσης από το διάπυρο μάγμα. Αυτό το χάσμα ουσιαστικά διατρέχει τη χώρα από τον βορρά έως τον νότο, διαιρώντας την σε δυο μεγάλα τεμάχη.
Άλλωστε όλος ο Ατλαντικός ωκεανός είναι χωρισμένος στα δύο από μια μεσοωκεάνεια ράχη από ηφαιστειακά πετρώματα που καταλαμβάνουν την περιοχή απόκλισης των πλακών απομακρύνοντας την Ευρώπη από το ένα μέρος, και την Αμερική από το άλλο με ρυθμό μερικών εκατοστών κάθε χρόνο. Μια τέτοια ακριβώς ήταν η κίνηση, που χώρισε τις ηπείρους που πριν από 300 εκατομμύρια χρόνια ήταν ενωμένες σε μια ενιαία ήπειρο, την Παγγαία.
Το ηφαίστειο Fagradalsfjall στην περιοχή Grindavik άρχισε να δραστηριοποιείται με έντονη αλλαγή στην ποσότητα και στη χημική σύσταση των εκπεμπόμενων αερίων, εκατοντάδες σεισμούς κάθε μέρα και κυρίως ανύψωση και εντυπωσιακές ρηγματώσεις στην επιφάνεια του εδάφους. Το κρίσιμο ερώτημα είναι πότε τα πρόδρομα φαινόμενα θα υπερβούν τα όρια τους για την μεγάλη έκρηξη.
Σε κάθε περίπτωση η Ισλανδία είναι έτοιμη για το ηφαίστειο Fagradalsfjall, κυρίως λόγω μεγάλης εμπειρίας, να αντιμετωπίσει μια τελική δράση του ηφαιστείου, με δομημένες υπηρεσίες παρακολούθησης, με εξοπλισμό, μέσα, με οργανωμένη πολιτική προστασία και κυρίως με ενημέρωση του γενικού πληθυσμού.
Μάλιστα ο κ. Λέκκας επισημαίνει ότι η έκρηξη στο ηφαίστειο μπορεί να προσομοιωθεί με το σπάσιμο ενός μπαλονιού, “που ποτέ δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το τελευταίο «φύσημα» που θα οδηγήσει στην θραύση”.
Σύμφωνα με τον κ. Λέκκα: “Αυτό, κανένας δεν μπορεί να το γνωρίζει με σιγουριά, παρόλο που οι ηφαιστειακές εκρήξεις πάντα προειδοποιούν για την δραστηριότητα, ποτέ όμως δεν «αποκαλύπτουν» τη χρονική στιγμή της έκρηξης, η οποία μπορεί τελικά και να μην εκδηλωθεί και το ηφαίστειο να επανέλθει στην κανονική και «ασφαλή» του δραστηριότητα.
Ένα παρόμοιο φαινόμενο αντιμετωπίσαμε το 2011-2012, στην Σαντορίνη, όπου υπήρχαν όλες οι ενδείξεις για την αύξηση της δραστηριότητας, ποτέ όμως δεν επήλθε η τελική έκρηξη, καθώς μετά από μια παρατεταμένη έντονη δραστηριότητα, οι μετρήσεις επανήλθαν τελικά σε φυσιολογικές τιμές «ηρεμίας».
Λέκκας: Πόσο έτοιμοι είμαστε στο ενδεχόμενο έκρηξης του ηφαιστείου στη Σαντορίνη
Την κρίσιμη εκείνη περίοδο, που περίσσευαν οι κινδυνολογικές «επιστημονικές» απόψεις, από ξένα κυρίως κέντρα, για μεγάλη επικείμενη έκρηξη που θα δημιουργούσε προβλήματα στον κορυφαίο τουριστικό προορισμό, θεσμοθετήθηκε η Μόνιμη Επιστημονική Επιτροπή Παρακολούθησης του Ελληνικού Ηφαιστειακού Τόξου, που λειτουργεί στο πλαίσιο του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας. Η επιτροπή συγκροτείται από κορυφαίους επιστήμονες, εκπροσώπους Ερευνητικών Ιδρυμάτων και Πανεπιστημίων, οι οποίοι δεν εκφράζουν μόνο προσωπικές απόψεις, αλλά μεταφέρουν τις γενικότερες επιστημονικές θέσεις των Φορέων τους, ενώ παράλληλα αποτελούν και τον επιστημονικό σύμβουλο του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Η Επιτροπή προσφάτως εισηγήθηκε την ενοργάνωση του Ελληνικού Ηφαιστειακού Τόξου με σύγχρονα συστήματα παρακολούθησης στα Μέθανα, στη Μήλο, στη Σαντορίνη, στην Κω και στη Νίσυρο, ενώ παράλληλα έχουν δεσμευτεί και οι αντίστοιχες πιστώσεις. Ο εξοπλισμός αυτός είναι απολύτως απαραίτητος και θα αντικαταστήσει μέρος των τοποθετημένων από το 2012 οργάνων, τα οποία υπέστησαν φθορές από την έντονη διαβρωτική επίδραση του ηφαιστειακού περιβάλλοντος.
Ειδικά στη Σαντορίνη έχει εκπονηθεί από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και τους αρμόδιους φορείς το ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης του ηφαιστειακού κινδύνου με την κωδική ονομασία «Τάλως», το οποίο λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα, προβλέπει την αντιμετώπιση των επιπτώσεων στα έργα και στις κρίσιμες υποδομές, την έγκαιρη μεταφορά των κατοίκων σε ασφαλή σημεία, τη διασφάλιση της συγκοινωνίας από θάλασσα και αέρα και κυρίως τη διαχείριση του μεγάλου αριθμού επισκεπτών, ιδίως κατά τη θερινή περίοδο”.