Ο Χρ.Σταϊκούρας ανέλυσε τον δυνητικό ρόλο των υποδομών και των μεταφορών στην οικονομική μεγέθυνση και τη βιώσιμη ανάπτυξη, στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και στην ενδυνάμωση της ολόπλευρης ισχύος της χώρας.
Ειδικότερα, ο Χρ.Σταϊκούρας τόνισε ότι στον πυρήνα της στρατηγικής στόχευσης του υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών είναι:
1. Η υλοποίηση δημοσίων έργων. Σε εξέλιξη βρίσκονται εκατοντάδες μικρά και μεγάλα έργα σε όλη την επικράτεια, με στόχο τις σύγχρονες υποδομές και τις ασφαλείς μεταφορές.
2. Η υλοποίηση μεγάλων αρδευτικών, εγγειοβελτιωτικών και αντιπλημμυρικών έργων, δηλαδή αυτών που δεν ανήκουν στις Περιφέρειες.
3. Ο έλεγχος και η συντήρηση υφιστάμενων έργων υποδομής, όπως οι γέφυρες, που αποτελούν σημαντικό μέρος του δομικού πλούτου της χώρας μας.
4. Ηλεκτροκίνηση, για την προώθηση της οποίας το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών έχει πλέον την ευθύνη προώθησης της ηλεκτροκίνησης στη χώρα μας.
5. Η ανανέωση του στόλου των λεωφορείων. Ο συνολικός σχεδιασμός προβλέπει την προμήθεια 1.300 λεωφορείων αντιρρυπαντικής τεχνολογίας έως το τέλος της τετραετίας.
6. Η μεταρρύθμιση του ελληνικού σιδηροδρόμου, παρά τις νέες δυσκολίες που πρόσφατα προέκυψαν από τη θεομηνία στη Θεσσαλία.
7. Η περαιτέρω ενίσχυση της ασφάλειας των αεροδρομίων, των αερομεταφορών και της αεροναυτιλίας.
8. Η δημιουργία μητροπολιτικών φορέων για τη διαχείριση του κυκλοφοριακού, σε Αττική και Θεσσαλονίκη.
9. Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας των μεταφορών, άρρηκτα συνδεδεμένη με τις υποδομές. Τα νέα έργα υποδομής πρέπει να διασφαλίζουν συνέχεια σε απρόβλεπτες καταστάσεις, οφειλόμενες σε φυσικές ή ανθρωπογενείς καταστροφές.
10. Η άμεση αποκατάσταση των ζημιών στις υποδομές των πληγεισών περιοχών με έργα υψηλότερης ανθεκτικότητας, όπου υπήρξαν άμεσες κυβερνητικές πρωτοβουλίες προκειμένου να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι.
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο κ. Σταϊκούρας, τόνισε: «Έχουμε την ισχυρή βούληση να τρέξουμε με καλούς ρυθμούς, με ποιότητα και αποδοτικότητα, ώστε σε τέσσερα χρόνια, να μπορούμε τεκμηριωμένα να ισχυριζόμαστε ότι η χώρα μας ενισχύει τη θέση της ως θετικό παράδειγμα, ως ‘‘παίκτης’’ θετικής μνημόνευσης. Το μπορούμε και θα το πετύχουμε».