Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε (12/05/23) ότι τερματίζει έπειτα από ένα χρόνο την παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την mpox (πρώην ευλογιά των πιθήκων), μια πρωτοφανή ιογενή επιδημία που επεκτάθηκε σε περισσότερες από εκατό χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Ο ΠΟΥ σήμανε συναγερμό τον Ιούλιο του 2022 και επέκτεινε το μέτρο τον Νοέμβριο και τον Φεβρουάριο με στόχο να ενθαρρύνει τη λήψη μέτρων και να απελευθερώσει κονδύλια για συνεργασία στη διάθεση θεραπειών και εμβολίων.
Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους κήρυξε το τέλος του μέτρου με βάση σύσταση της αρμόδιας επιτροπής έπειτα από συνεδρίαση την Τετάρτη.
Η mpox εξαπλώνεται μέσω της άμεσης επαφής με σωματικά υγρά. Προκαλεί συμπτώματα που μοιάζουν με γρίπη και χαρακτηριστικό εξάνθημα.
Πριν από την επιδημία, τα κρούσματα περιορίζονταν σε χώρες της Αφρικής.
Περισσότερα από 87.000 περιστατικά έχουν αναφερθεί σε παγκόσμιο επίπεδο από τις αρχές του 2022 μέχρι τις 8 Μαΐου, αναφέρει ο ΠΟΥ στην τελευταία του έκθεση.
Το τελευταίο τρίμηνο ο αριθμός των κρουσμάτων είναι σχεδόν 90% μικρότερος σε σχέση με τους προηγούμενους τρεις μήνες.
Νέα νόσος βοοειδών ελέω κλιματικής αλλαγής
Η επιζωοτική αιμορραγική νόσος, που μπορεί να είναι θανάσιμη στα βοοειδή, εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη: η άφιξη στην ήπειρο ενός είδους σκνίπας, μέσω της οποίας μεταδίδεται ο ιός είναι «συνέπεια της κλιματικής αλλαγής», ανέφερε σήμερα η γαλλική υγειονομική υπηρεσία Anses.
Τα πρώτα κρούσματα αυτής της ιογενούς νόσου, που δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, εντοπίστηκαν το φθινόπωρο του 2022 στη Σαρδηνία και κατόπιν στη Σικελία, σύμφωνα με την Anses. Εστίες της θανατηφόρας ασθένειας εντοπίστηκαν στη συνέχεια στην Ανδαλουσία, τη νότια Ισπανία.
«Στα βοοειδή, η δυνητικά θανατηφόρα νόσος προκαλεί πυρετό, ανορεξία, χωλότητα και αναπνευστική δυσχέρεια», ανέφερε η γαλλική υπηρεσία. Η επιζωοτική αιμορραγική νόσος καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1955 σε ελάφια στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ. Τα επόμενα χρόνια ο ιός εξαπλώθηκε στην Ασία, την Αυστραλία και την Αφρική.
«Πριν από 15 χρόνια δεν φανταζόμασταν ότι η ασθένεια θα μπορούσε μια μέρα να φτάσει στην Ευρώπη», εξήγησε ο ερευνητής Στεφάν Ζιενταρά. «Η εξάπλωσή του είναι άμεση συνέπεια της κλιματικής αλλαγής που επιτρέπει στις σκνίπες-φορείς να επιβιώνουν στις (ευρωπαϊκές) περιοχές», πρόσθεσε.
Η πιθανότερη υπόθεση είναι ότι οι σκνίπες πέρασαν τη Μεσόγειο μεταφερόμενες από τον άνεμο. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κανένα εμβόλιο για τον ιό αυτόν.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Reuters / Anses