Αρχική Επιχειρείν Συνέδριο Economist: Η Ελλάδα με τα μάτια των ξένων

Συνέδριο Economist: Η Ελλάδα με τα μάτια των ξένων

0
economist
Διαφήμιση

Σημαντικές παρεμβάσεις έγιναν στο συνέδριο του Economist, για την Ελλάδα μετά την έξοδο από το προς λήξη πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, και το τι μέλλει γενέσθαι.

Συγκεκριμένα:

Τα οφέλη των προγραμμάτων προσαρμογής στην Ελλάδα είναι πολύ μικρότερα απ’ ό,τι σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης, παρατήρησε η περιφερειακή διευθύντρια Ευρώπης του Economist Intelligence Unit Joan Hoey.

Μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι υπήρξε βελτίωση στο εμπορικό ισοζύγιο, της τάξης του 8% μέσα σε 9 χρόνια, η οποία ωστόσο ξεκίνησε από ιδιαίτερα χαμηλή βάση.Η ίδια προέβλεψε ότι η χώρα θα παραμείνει σε δημοσιονομικό «μανδύα» για μακρά περίοδο, εξαιτίας του υψηλού δημόσιου χρέους. Επεσήμανε επίσης ότι προβάλλει δυσμενής η δημογραφική προοπτική.

Ευρύτερα, σημείωσε ότι η Ελλάδα θα είναι ευάλωτη σε κάποιο εξωτερικό σοκ. Ένα ενδεχόμενο Grexit δεν συνιστά απειλή βραχυπρόθεσμα, αλλά το χρέος διατηρεί ζωνταντό το σενάριο σε μεσομακροπρόθεσμη βάση, εκτίμησε η κ. Hoey, προσθέτοντας ότι θα είναι καθοριστικοί για τις εξελίξεις οι ρυθμοί ανάπτυξης που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια.

Η ίδια τόνισε ότι η Ελλάδα θα βγει από το πρόγραμμα με ένα αποθεματικό ασφαλείας, υπό την επισήμανση ότι η χώρα δεν έχει να αντιμετωπίσει ιδιαίτερες εξυπηρετήσεις χρέους τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή

«Η Ελλάδα πλησιάζει στο τέλος μιας Οδύσσειας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος αρμόδιος για το ευρώ και τον κοινωνικό διάλογο, καθώς και για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την ένωση κεφαλαιαγορών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Valdis Dombrovskis, τονίζοντας ότι οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση εργάζονται για την επίτευξη μιας συνολικής συμφωνίας στο Eurogroup σε μια βδομάδα από σήμερα.

Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν τάχθηκε υπέρ εμπροσθοβαρών μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ως σημαντικού στοιχείου για τη διασφάλιση της σταδιακής επιστροφής στις αγορές.

Ο κ. Dombrovskis αναφέρθηκε στο γεγονός ότι η Ελλάδα αποτελεί τη μία από τις οκτώ ευρωπαϊκές χώρες που προβλέπεται να έχουν δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2018. Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι αναμένεται κάποιος δημοσιονομικός χώρος. «Βεβαίως, οι λεπτομέρειες αναφορικά με τη χρήση του θα χρειαστεί να συζητηθούν, αλλά είναι μια θετική εξέλιξη», συμπλήρωσε ο Ευρωπαίος αξιωματούχος.

Μεταξύ άλλων, ο ίδιος στάθηκε στην παράμετρο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σημείωσε ότι έχει επιτευχθεί καλή πρόοδος στην Ελλάδα, ωστόσο, τόνισε ότι η χώρα διατηρεί ακόμη το υψηλότερο επίπεδο των λεγόμενων «κόκκινων» δανείων στην ΕΕ.

Σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο κ. Dombrovskis επεσήμανε ότι η ανάπτυξη προβλέπεται να συνεχίσει ανοδικά, αν και σε ελαφρώς βραδύτερο ρυθμό, το 2018 και το 2019.

«Υπάρχει πρόοδος στην Ελλάδα, αλλά στις διαρθρωτικές αλλαγές η νομοθέτηση είναι το πρώτο στάδιο και στη συνέχεια χρειάζεται η εφαρμογή. Αν δεν γίνει αυτό, δεν θα δει τα οφέλη η πραγματική οικονομία», υπογράμμισε από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Declan Costello, μιλώντας για την ανάγκη συνέχειας στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Ο ίδιος στάθηκε στην εισήγηση της Κομισιόν για καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας στην Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος, καθώς «η επιτυχία ή αποτυχία ορισμένων μεταρρυθμίσεων θα κριθεί τα πρώτα χρόνια μετά το πρόγραμμα». Όπως είπε, το συγκεκριμένο καθεστώς θα ανανεώνεται κάθε 6 μήνες, ανάλογα με την πρόοδο.

Ο κ. Costello χαρακτήρισε σημαντικό στοιχείο την ελάφρυνση χρέους, που μπορεί να βοηθήσει στα spreads των ελληνικών ομολόγων.

«Δεν χρειάζονται επιπλέον μεταρρυθμίσεις, αλλά θα πρέπει να εφαρμοστεί ό,τι συμφωνήθηκε μέχρι τώρα», τόνισε ο αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προσθέτοντας ότι μετά το 2022 ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να μειωθεί στο 2% του ΑΕΠ, γεγονός που θα παράσχει «ακόμη περισσότερο δημοσιονομικό χώρο».

Οι Γάλλοι

«Δεν υπάρχει συναίνεση για τα μείζονα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη σήμερα» τόνισε από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Economist o πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Dominique de Villepin, ο οποίος μίλησε για τις προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπη η Ευρώπη και αφορούν τόσο τις εσωτερικές εντάσεις όσο και την αυξανόμενη αστάθεια από στενούς φίλους και συνεργάτες.

«Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έχει αποδυναμωθεί από την άνοδο του λαϊκισμού και η ευρωπαϊκή ακεραιότητα έχει τεθεί σε κίνδυνο λόγω του Brexit (2016) και της τάσης υπέρ της ανεξαρτησίας στην Καταλονία (2017), που αναδύουν κινδύνους για την συνοχή της Ευρώπης… Το 2019, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει μία από τις πιο δύσκολες περιόδους της ιστορίας της λόγω διαπραγματεύσεων περί Brexit και κρίσιμων εκλογών σε Ελλάδα και Πολωνία», ανέφερε, για να τονίσει ότι ο κίνδυνος προέρχεται και από το εξωτερικό.

«Χρειαζόμαστε ρεαλιστικές προοπτικές συνεργασίας. Φυσικά, όλοι θέλουμε περισσότερη ανάπτυξη, αλλά η προτεραιότητα είναι να τεθεί τέλος στη λιτότητα. Θέλουμε επίσης να μεταρρυθμίσουμε την Ευρωζώνη, αλλά πάνω απ’ όλα πρέπει να εξηγήσουμε το στόχο και το όφελος μιας τέτοιας κατάστασης», πρόσθεσε, για να καταλήξει ότι σήμερα μπορεί να υπάρξει μια ευκαιρία για την Ευρώπη, να κάνει η Ελλάδα ένα comeback.

«Ο πρόεδρος Μακρόν πέρυσι έδειξε μια προοπτική δράσης, διότι πρέπει να δημιουργήσουμε μια νέα ορμή για τα πράγματα», υπογράμμισε ο πρώην Γάλλος πρωθυπουργός.

Ερωτηθείς για το θέμα της Κίνας τόνισε ότι «πρόκειται για ευκαιρία αλλά και κίνδυνο. Μπορεί να είμαστε μπροστά σε μία παγίδα. Πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο να μην είναι το όλο ζήτημα ο Τραμπ. Βιώνουμε μια ιστορική στιγμή.

Οι ΗΠΑ έχουν μπει σε μια μάχη για να επιβραδύνουν τον ρυθμό ανάπτυξης της Κίνας κι αυτό είναι το πρόβλημα. Η Κίνα ως το 2049 θα είναι η κορυφαία οικονομία, με τρεις φορές μεγαλύτερο ΑΕΠ από αυτό των ΗΠΑ».

Οι Φιλελεύθεροι

«Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η σωστή αντίδραση στις περιστάσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι να ενισχύσουμε την αλληλεγγύη και το οπλοστάσιο των συνεργασιών μας. Θα είναι τραγωδία να μην το συνειδητοποιήσουμε”, τόνισε από το βήμα του Economist ο πρώην ηγέτης των Φιλελευθέρων Δημοκρατικών (Liberal Democrats) και πρώην Ύπατος Εκπρόσωπος για τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη Λόρδος Ashdow, ο οποίος ανέφερε ότι η ατζέντα του προέδρου Μακρόν μπορεί να μην είναι σωστή σε ειδικά θέματα, αλλά σε γενικές γραμμές βρίσκεται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ζήτησε αλλαγή αρχιτεκτονικής στη στρατηγική διαχείρισης του μεταναστευτικού και εστίασε στα προβλήματα με την ενταξιακή πορεία των βαλκανικών χωρών, σημειώνοντας ότι η εικόνα της κατάστασης είναι αυτή μιας ωρολογιακής βόμβας, της οποίας το φιτίλι καίει σήμερα….

«Κάποιοι θεωρούν ότι η κατάσταση βελτιώνεται. Δεν είναι έτσι. Πρέπει να βελτιώσουμε για παράδειγμα τη δομή εντός της οποίας λειτουργεί το Κόσοβο για να βελτιωθεί το περιβάλλον. Άλλο θέμα είναι η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπου παρατηρούμε μια αντίστροφη τάση από πορεία ένταξης στην ΕΕ σε πορεία απομάκρυνσης από την ΕΕ…

Ορατός είναι ο κίνδυνος για θρησκευτικές και πολιτικές εσωτερικές διαμάχες, που υπονομεύει τη μακροπρόθεσμη προοπτική της ένταξης στην ΕΕ», ανέφερε για να εξηγήσει: «Δεν μπορώ να δω πώς θα εξασφαλίσουμε το μέλλον των Βαλκανίων αν κάνουμε ό,τι έφερε τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη πριν μερικά χρόνια σε πολεμική κατάσταση…».

Σχολίασε επίσης ότι όταν δημιουργείς δυσλειτουργικά κράτη μετά είναι δύσκολο να παρέμβεις σε αυτά. «Και για το ισλαμικό χαρτί, που παίζεται τώρα, ανησυχώ διότι είναι άκαιρο…», πρόσθεσε μεταξύ άλλων ο Λόρδος Ashdown.

Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας

«Είμαστε στη γραμμή τερματισμού του μαραθωνίου», ανέφερε χαρακτηριστικά από το βήμα του Economist  ο διευθύνων σύμβουλος του ESM Klaus Regling, ο οποίος ωστόσο υπογράμμισε ότι, ακόμη και όταν σταθεί στα πόδια της, ο ESM δεν θα εγκαταλείψει την Ελλάδα.

Σύμφωνα με τον κ. Regling, πρέπει να γίνει πολλή δουλειά τις επόμενες λίγες μέρες και η ψηφοφορία σήμερα στην ελληνική βουλή, με αντικείμενο τα 88 προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης του προγράμματος, είναι ουσιαστική προς αυτήν την κατεύθυνση.

Ο ίδιος δήλωσε αισιόδοξος για την εκταμίευση της υποδόσης ύψους 1 δις που εκκρεμεί από την 3η αξιολόγηση – προϋποθέσεις είναι η παράθεση στοιχείων για τη μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου και η πρόοδος στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.

Η τελευταία εκταμίευση του προγράμματος μπορεί να είναι ουσιαστική, ανέφερε ο κ. Regling, τονίζοντας ότι το ποσό θα διατεθεί στη δημιουργία αποθεματικού για την περίοδο μετά το πρόγραμμα. Το αποθεματικό αυτό θα διασφαλίζει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για τουλάχιστον 12 μήνες.

Στην Ελλάδα συνήθως δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα του χρέους παρά στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, παρατήρησε ο κ. Regling. Σε κάθε περίπτωση, όπως είπε, το Eurogroup «ίσως αποφασίσει» επιπρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης.

«Αλλά μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα έχει ήδη επωφεληθεί από μέτρα ελάφρυνσης του χρέους», συμπλήρωσε ο αξιωματούχος του ESM. Εξάλλου, ακόμη και χωρίς πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης, οι ωριμάνσεις του ελληνικού χρέους φτάνουν μέχρι και το 2059, τόνισε ο επικεφαλής του ESM.

Σημείωσε πάντως ότι η Ευρωζώνη είναι διατεθειμένη να βοηθήσει και σε πιο μακροπρόθεσμη βάση την Ελλάδα καθώς «είμαστε μια οικογένεια».

Ο κ. Regling επεσήμανε ότι «η κατάσταση παραμένει δύσκολη» στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και πως η έξοδος στις αγορές «παραμένει εύθραυστη». Στο πλαίσιο αυτό, σχολίασε ότι «είναι κρίσιμο» η Ελλάδα να παραμείνει προσηλωμένη στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων μετά το πρόγραμμα.

Στη διατηρησιμότητα των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, ακόμη και μετά τη λήξη του προγράμματος, επικεντρώθηκε από το βήμα του Economist ο επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα του ESM Nicola Giammarioli.

«Είναι σημαντική η προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις, ώστε να δώσουμε τη δυνατότητα στους Έλληνες πολίτες, που έχουν προβεί σε θυσίες, να δουν τα αποτελέσματα της πολυετούς προσαρμογής», ανέφερε χαρακτηριστικά ο αξιωματούχος του ESM.

Μεταξύ άλλων, επέστησε στην προσοχή στη σημασία της μεταρρύθμισης του δημόσιου τομέα αλλά και της αγοράς προϊόντων. Παράλληλα, στάθηκε στον καίριο ρόλο του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.

Το ΔΝΤ

«Ο χρόνος τελειώνει, αλλά συνεχίζουμε την προσπάθεια» είναι το μήνυμα που έστειλε από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο αναπληρωτής διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ Philip Gersonαναφορικά με τα περιθώρια ενεργοποίησης του προγράμματος του Ταμείου στην Ελλάδα.

Υπάρχουν διάφορες ευκαιρίες για να προχωρήσουμε με την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους (DSA), ανέφερε ο κ. Gerson, υπογραμμίζοντας ότι αυτό που πρέπει είναι μια συμφωνία με την Ευρωζώνη την 21η  Ιουνίου.

Το ΔΝΤ μίλησε για μια σειρά υψηλών προκλήσεων στην Ελλάδα, που παραμένουν και αφορούν ένα «μη βιώσιμο βάρος χρέους», το δημογραφικό ζήτημα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια το σύστημα κοινωνικής προστασίας το οποίο «δεν αντιμετωπίζει τη φτώχεια» στη χώρα.

«Η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση χρέους, στοιχείο ουσιαστικό, ειδάλλως, η χώρα δεν θα ανακάμψει», τόνισε ο αξιωματούχος του ΔΝΤ. Μεταξύ άλλων, εξέφρασε την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία έχει ακόμη μεγάλο κενό ανταγωνιστικότητας, υπό την επισήμανση ότι -δεδομένου του βάθους της κρίσης που προηγήθηκε- οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ελλάδα «είναι απογοητευτικοί».

Η χώρα «γερνάει πιο γρήγορα» από την υπόλοιπη Ευρωζώνη, μεταξύ άλλων, επειδή οι νέοι αφήνουν τη χώρα, παρατήρησε, εκφράζοντας την άποψη ότι είναι δύσκολο να δει κανείς βιώσιμη ανάπτυξη στην Ελλάδα, αν δεν επιταχυνθεί η διαδικασία των μεταρρυθμίσεων.

«Στον μαραθώνιο, όταν περνάς τη γραμμή τερματισμού, πρέπει να συνεχίσεις να κινείσαι. Η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να κινείται», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Γκέρσον. Το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη 2% στην Ελλάδα το 2018 και εκτιμά η Ελλάδα θα πετύχει τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα «χωρίς περαιτέρω μέτρα λιτότητας».

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

«Η συμφωνία για το χρέος θα πρέπει να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα για μια πιο μακρά περίοδο», επεσήμανε από το βήμα του Economist ο ανώτερος σύμβουλος και συντονιστής για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Francesco Drudi.

Ο ίδιος σημείωσε ότι το αποθεματικό ασφαλείας θα πρέπει να είναι επαρκές. «Θα πρέπει να είναι εκεί, αλλά να χρησιμοποιηθεί με σύνεση», τόνισε ο αξιωματούχος της ΕΚΤ. Επιπλέον, πρόσθεσε ότι είναι καθοριστικό το στοιχείο της εποπτείας μετά το πρόγραμμα, καθώς οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να συνεχιστούν.

Στο πλαίσιο αυτό, στάθηκε στη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Όπως είπε, η ΕΚΤ διαπιστώνει αποτελέσματα στον τομέα των πλειστηριασμών, αλλά αναμένει την επιτάχυνση της διαδικασίας το επόμενο διάστημα. Σημείωσε δε πως το δικαστικό σύστημα θα πρέπει να ενδυναμωθεί και να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις.

Η κυβέρνηση

Το αποθεματικό ασφαλείας για την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος θα είναι είναι 17-18 δις και θα αποτελεί έναν ειδικό λογαριασμό που δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άλλον λόγο παρά για την αποπληρωμή του χρέους, υπογράμμισε κατά την εισήγηση που παρέθεσε στο πλαίσιο της ετήσιας Συζήτησης Στρογγυλής Τραπέζης με την Ελληνική Κυβέρνηση του Economist ο αναπληρωτής υπουργός ΟικονομικώνΓιώργος Χουλιαράκης.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά ότι θα ήταν μεγάλο λάθος αν η δημοσιονομική πολιτική δεν διατηρούνταν και μετά το πρόγραμμα. «Αλλά είμαι αισιόδοξος ότι το πολιτικό σύστημα έχει μάθει το μάθημά του τα τελευταία χρόνια.

Κανένας στην Ελλάδα δεν θα επιθυμούσε ένα πισωγύρισμα στην οικονομία εξαιτίας πολιτικών λαθών. Συνεπώς, δεν δίνω υψηλές πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο».

Ο κ. Χουλιαράκης σημείωσε ότι υπήρξε επιτυχής έξοδος της Ελλάδας στις αγορές τους τελευταίους 11 μήνες και διέψευσε δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία το ελληνικό δημόσιο ανέβαλε νέες εκδόσεις ομολόγων.

«Δεν αναβάλαμε καμία έκδοση ομολόγου, διότι δεν είχαμε σχεδιάσει κάποια έκδοση ομολόγου, είναι κάτι που δεν μπορείς να το κάνεις από πριν».

Σύμφωνα με τον κ. Χουλιαράκη, ο πυρήνας του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού πλαισίου είναι οι θετικές επιδόσεις στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και η μεσαία ανάπτυξη λόγω της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.

«Παρά το γεγονός ότι θα κινηθούμε σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, θα έχουμε χώρο να διαθέσουμε για μεσαία επέκταση. Ο λόγος είναι η ανάπτυξη, το γεγονός ότι η οικονομία ανακάμπτει», υποστήριξε ο αναπλ. υπουργός Οικονομικών.

«Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε», σημείωσε, δίνοντας έμφαση στην ανάγκη μεγαλύτερης αλληλεπίδρασης με την επενδυτική κοινότητα.

Η Εθνική Τράπεζα

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν πολύ υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων, στο 49%, άρα δανείζονται ρευστότητα με πολύ χειρότερους όρους σε σχέση με τις τράπεζες σε άλλες χώρες, υπογράμμισε κατά την ομιλία του στο ετήσιο συνέδριο του Economist ο ασκών καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Παύλος Μυλωνάς.

Όπως είπε, το χρέος των επιχειρήσεων ως προς το Ebitda είναι πολύ υψηλότερο -6,3% στην Ελλάδα, 4% στην Ευρωζώνη- και το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Παρά τη μετάβαση των ρυθμών ανάπτυξης σε θετική περιοχή τα τελευταία τρία χρόνια, το εισόδημα των νοικοκυριών έχει μειωμένη μεγέθυνση -αρνητική άνοδος 5%-  λόγω των πληρωμών σε φόρους, παρατήρησε ο κ. Μυλωνάς, σημειώνοντας ότι τα ελληνικά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν κόστος εξυπηρέτησης δανείων στο 18% του διαθέσιμου εισοδήματος, έναντι 13% στην ΕΕ.

Ο ίδιος χαρακτήρισε ως το πιο δύσκολο ζήτημα στην Ελλάδα τα ενυπόθηκα δάνεια, τονίζοντας ότι καμία άλλη χώρα δεν έχει ποτέ κληθεί να διαχειριστεί ένα τέτοιο χαρτοφυλάκιο. Στο πλαίσιο αυτό, επεσήμανε την παράμετρο των στρατηγικών κακοπληρωτών με μακροχρόνια καθυστέρηση.

Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε στην Ελλάδα για να πετύχουμε ανάπτυξη, τόνισε ο κ. Μυλωνάς, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα δεν μπορούν να φέρουν την ανάπτυξη από μόνα τους. Εξέφρασε δε την εκτίμηση ότι τα επόμενα 5 χρόνια η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα είναι στέρεη.

Διαφήμιση