– «Δυστυχώς, στις 28/02/2023» στη σιδηροδρομική γραμμή μεταξύ Λάρισας-Νέων Πόρων «σε όλα τα επιμέρους πεδία και στα δύο ρεύματα, ανόδου και καθόδου, τα συστήματα ελέγχου κατάληψης πεδίων γραμμής και η φωτοσήμανση αυτών, ενώ ήταν εγκατεστημένα, δεν λειτουργούσαν. Εξαιτίας αυτής της βλάβης δεν λειτουργούσε επίσης και το Κέντρο Ελέγχου Κυκλοφορίας Λάρισας, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει Κεντρικός Χειριστής που να επιτηρεί τον Σταθμάρχη Λάρισας και να μπορεί να παρέμβει σε περίπτωση λανθασμένων χειρισμών».
2) «Δυστυχώς», επειδή δεν λειτουργούσαν τα παραπάνω συστήματα, τα τρένα έπαιρναν εντολή να παραβιάζουν «ερυθρό σηματοδότη» και ήταν απενεργοποιημένο το σύστημα αυτόματης πέδησης ETCS: «Για το ευρωπαϊκό σύστημα ελέγχου συρμών (ETCS) η παραβίαση ερυθρού σηματοδότη δεν υπάρχει ως επιλογή και για τον λόγο αυτό η κίνηση των συρμών, στο συγκεκριμένο κομμάτι σιδηροδρομικής γραμμής, πραγματοποιούνταν με απενεργοποιημένα τα επί συρμού στοιχεία του ETCS».
3) «Κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής της χώρας μας έχει αναπτυχθεί, πιστοποιηθεί και αδειοδοτηθεί δίκτυο GSM-R μόνο φωνής που επιτρέπει την απρόσκοπτη επικοινωνία σταθμών και αμαξοστοιχιών. Δυστυχώς όμως γίνεται χρήση μόνο από τα σταθμαρχεία μιας και οι αμαξοστοιχίες δεν ήταν εφοδιασμένες με κατάλληλη πιστοποιημένη συσκευή προς χρήση».
Για τον σταθμάρχη, το πόρισμα αναφέρει ότι δεν χρησιμοποίησε «χάραξη διαδρομής» ώστε να μην μπει η αμαξοστοιχία 62 στη γραμμή καθόδου, δεν έλεγξε τις θέσεις των κλειδιών πριν δώσει εντολή αναχώρησης και δεν έλεγξε την πορεία για να διαπιστώσει αν συνέχιζε στη γραμμή ανόδου. Για τον μηχανοδηγό, επισημαίνει ότι δεν ενημέρωσε τον σταθμάρχη για την αλλαγή πορείας προς τη γραμμή καθόδου. Οσο για τα συστήματα ασφαλούς διαχείρισης κυκλοφορίας, αναφέρει ότι δεν λειτουργούσαν ενώ «η ύπαρξη λειτουργούντων ελεγχόμενων πεδίων γραμμής, η ορθή φωτοσήμανσή τους και η επαρκώς εξοπλισμένη και επανδρωμένη υπηρεσία τηλεδιοίκησης (Κέντρο Ελέγχου Κυκλοφορίας) θα απέτρεπαν το συμβάν». Επίσης δεν λειτουργούσε το ETCS που «θα απέτρεπε με βεβαιότητα το συμβάν και χωρίς την απαίτηση ανθρώπινης παρέμβασης».
Ο λόγος που ξέσπασε φωτιά
Επιπλέον, στο πόρισμα φέρεται η φωτιά να προκλήθηκε στις ηλεκτρικές κενώσεις και στα λάδια των μηχανών των αμαξοστοιχιών, ενώ η έκταση που πήρε η πυρκαγιά οφείλεται, σύμφωνα με πληροφορίες στα υλικά κατασκευής των βαγονιών, όπως ξύλινη επένδυση, υφασμάτινα καθίσματα, κ.λπ
Μάλιστα, φαίνεται να προκύπτει ότι και οι δύο αμαξοστοιχίες κινούνταν εντός ορίων ταχύτητας. Σε ό,τι αφορά τις “δικλείδες ασφαλείας”, η σιδηροδρομική γραμμή στο σημείο της σύγκρουσης φαίνεται να είχε τοποθετημένους ραδιοφάρους πιθανότατα σε εφαρμογή των υποχρεώσεων της με αρ. 10005/2007 σύμβασης χωρίς όμως να έχει παραληφθεί οριστικά το συγκεκριμένο τμήμα και να έχει πιστοποιηθεί η λειτουργία τους. Επίσης, δεν λειτουργούσε η φωτοσήμανση τόσο στη γραμμή ανόδου όσο και στη γραμμή καθόδου, ενώ τα συστήματα GSM R χρησιμοποιούνται μόνο από τα σταθμαρχεία και όχι από τις αμαξοστοιχίες.