Αρχική Ειδήσεις Απέτυχαν οι περιβαλλοντικές πολιτικές της Ε.Ε για τους υδροβιότοπους

Απέτυχαν οι περιβαλλοντικές πολιτικές της Ε.Ε για τους υδροβιότοπους

0
Διαφήμιση

Δημοσιεύτηκε η έκθεση: «Το ευρωπαϊκό περιβάλλον — κατάσταση και προοπτικές 2015» η οποία ναι μεν καταδεικνύει πως οι Ευρωπαίοι απολαμβάνουν τα τελευταία χρόνια καθαρότερο αέρα και καθαρότερα ύδατα, στέλνουν λιγότερα απόβλητα στους χώρους υγειονομικής ταφής και ανακυκλώνουν περισσότερο· αλλά παράλληλα επιδεινώνεται το πρόβλημα απώλειας βιοποικιλότητας, καθώς εξακολουθούν να εξαφανίζονται ενδιαιτήματα ζώων και φυτών.

Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα μιας νέας έκθεσης για την κατάσταση και τις προοπτικές για το περιβάλλον στις χώρες μέλη της ΕΕ που δημοσιοποιήθηκε σήμερα στις Βρυξέλλες. Παρά τις προόδους που έχουν επιτευχθεί η έκθεση προειδοποιεί ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος της Ευρώπης για «ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας» δεν μπορεί να επιτευχθεί με το ισχύον επίπεδο φιλοδοξιών της πολιτικής περιβάλλοντος και των σχετικών πολιτικών.

Η έκθεση καθιστά επίσης σαφές ότι η προστασία του περιβάλλοντος είναι μια σταθερή οικονομική επένδυση, επισημαίνοντας πως μεταξύ του 2000 και του 2011, οι πράσινες βιομηχανίες αυξήθηκαν κατά 50 % και περισσότερο στην ΕΕ και αποτελούν έναν από τους λίγους τομείς που ευδοκιμούν σταθερά παρά την κρίση. Η έκθεση δείχνει επίσης ότι η διαχείριση των αποβλήτων βελτιώνεται, αν και πάρα πολλά απόβλητα θάβονται υπόγεια, ενώ το δυναμικό για ανακύκλωση και ανάκτηση ενέργειας παραμένει ανεκμετάλλευτο.

Η έκθεση υπογραμμίζει ακόμη ότι η Ευρώπη δεν ακολουθεί σωστή πορεία όσον αφορά την ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας, καθώς εξακολουθούν να εξαφανίζονται ενδιαιτήματα ζώων και φυτών. Η θαλάσσια βιοποικιλότητα, ειδικότερα, εξακολουθεί να απειλείται.

Όπως περιγράφεται εξάλλου στην έκθεση, η Ευρώπη αντιμετωπίζει τη διπλή πρόκληση της αποκατάστασης και προστασίας των θαλασσών και ταυτόχρονα τη διατήρηση των οικοσυστημάτων των θαλάσσιων και των παράκτιων δραστηριοτήτων που βρίσκονται στο επίκεντρο της οικονομίας και της κοινωνίας της ΕΕ.

Οι πολιτικές για το κλίμα αποδίδουν καρπούς, σύμφωνα με την έκθεση, καθώς οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου έχουν μειωθεί κατά 19% από το 1990, ενώ η οικονομία της ΕΕ σημείωσε μεγέθυνση κατά 45%. Οι στόχοι του 2020 όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση είναι επίσης εφικτό να επιτευχθούν, επισημαίνεται στην έκθεση.

Τέλος σύμφωνα με την έκθεση, ο αέρας που αναπνέουμε σήμερα είναι πολύ καθαρότερος απ’ ό,τι τις τελευταίες δεκαετίες. Οι εκπομπές ορισμένων αέριων ρύπων όπως το διοξείδιο του θείου και τα οξείδια του αζώτου έχουν σημειώσει σημαντική μείωση κατά τις τελευταίες δεκαετίες, όπως αναφέρεται.

Αναλυτικότερα:

• Οι πολιτικές της ΕΕ έχουν περιορίσει τη ρύπανση και έχουν βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του αέρα και του νερού στην Ευρώπη. Εντούτοις, η συνεχιζόμενη υποβάθμιση των οικοσυστημάτων απειλεί την οικονομική παραγωγή και ευημερία της Ευρώπης.

• Η απώλεια της βιοποικιλότητας συνεχίζεται. Το 60% των προστατευόμενων ειδών και το 77% των βιοτόπων που εξετάστηκαν δείχνουν να βρίσκονται σε δυσμενή κατάσταση διατήρησης. Η Ευρώπη δεν βρίσκεται σε πορεία επίτευξης του στόχου της για ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας έως το 2020.

• Η ποιότητα των γλυκών υδάτων έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια εντούτοις, σχεδόν το ήμισυ των μαζών γλυκού ύδατος της Ευρώπης δεν αναμένεται να επιτύχουν «καλή οικολογική κατάσταση» έως το 2015.

• Η θαλάσσια και παράκτια βιοποικιλότητα προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία. Στους παράγοντες πίεσης περιλαμβάνονται η αλλοίωση του βυθού, η ρύπανση, τα χωροκατακτητικά ξενικά είδη και η οξίνιση. Η υπεραλίευση στον Ατλαντικό και στη Βαλτική έχει μειωθεί, αλλά η Μεσόγειος παρουσιάζει πιο δυσμενή εικόνα, καθώς το 91% των αποθεμάτων που εξετάστηκαν πλήττονταν από υπεραλίευση το 2014.

• Το 2012, η βιολογική καλλιέργεια καταλάμβανε λιγότερο από το 6% των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ευρώπη, ενώ υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών.

• Αναφορικά με τις μελλοντικές προοπτικές, λόγω των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής οι πιέσεις και οι επιπτώσεις αναμένεται να ενταθούν, ενώ οι υποκείμενοι παράγοντες της απώλειας της βιοποικιλότητας αναμένεται να συνεχιστούν.

Αποδοτικότητα πόρων

• Η εγχώρια κατανάλωση πόρων ανήλθε σε 16,7 τόνους κατ’ άτομο το 2007 και μειώθηκε σε 13,7 τόνους το 2012, εν μέρει λόγω της κατάρρευσης του κατασκευαστικού κλάδου σε πολλές χώρες.

• Η διαχείριση των αποβλήτων έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς ο όγκος των αποβλήτων που παράγονται και των αποβλήτων που απορρίπτονται σε χωματερές έχει μειωθεί. Τα ποσοστά ανακύκλωσης αυξήθηκαν σε 21 χώρες μεταξύ του 2004 και του 2012, ενώ τα ποσοστά απόρριψης σε χωματερές μειώθηκαν στις 27 από τις 31 χώρες (για τις οποίες διατίθενται δεδομένα). Οι χώρες του ΕΟΧ πέτυχαν μέσο ποσοστό ανακύκλωσης 29% το 2012, σε σύγκριση με 22% το 2004.

• Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έχουν μειωθεί κατά 19% από το 1990, παρά την αύξηση της οικονομικής παραγωγής κατά 45%. Η χρήση ορυκτών καυσίμων έχει μειωθεί, όπως έχουν μειωθεί και οι εκπομπές ορισμένων ρύπων από τις μεταφορές και τη βιομηχανία.

• Η οικονομική κρίση του 2008 και η επακόλουθη οικονομική ύφεση συνέβαλαν επίσης στη μείωση ορισμένων περιβαλλοντικών πιέσεων. Μένει να διαπιστωθεί αν οι βελτιώσεις θα διατηρηθούν.

•           Οι τρέχουσες πολιτικές δεν είναι αρκετές ώστε να μπορέσει η Ευρώπη να επιτύχει τους μακροπρόθεσμους περιβαλλοντικούς στόχους της, όπως είναι η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 80-95%.

Υγεία και ευημερία

• Οι περιβαλλοντικές πολιτικές έχουν επιφέρει βελτιώσεις στην ποιότητα του πόσιμου νερού και των υδάτων κολύμβησης ενώ έχουν μειώσει την έκθεση στους βασικούς επικίνδυνους ρύπους.

• Η ατμοσφαιρική ρύπανση και ο θόρυβος εξακολουθούν να προκαλούν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία στις αστικές περιοχές. Το 2011, περίπου 430.000 περιπτώσεις πρόωρων θανάτων στην ΕΕ αποδόθηκαν σε αιωρούμενα σωματίδια, ενώ η έκθεση στον θόρυβο συνεισφέρει σε τουλάχιστον 10.000 πρόωρους θανάτους ετησίως λόγω παθήσεων της καρδιάς.

• Η αυξανόμενη χρήση χημικών ουσιών, ιδιαίτερα σε καταναλωτικά προϊόντα, έχει συσχετιστεί με την παρατηρούμενη αύξηση διαταραχών και ενδοκρινικών νόσων.

• Οι προβλεπόμενες βελτιώσεις στην ποιότητα του αέρα θεωρείται ότι δεν επαρκούν για να αποτρέψουν περαιτέρω ζημιές, ενώ οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να επιδεινωθούν.

• Ο τομέας της οικολογικής βιομηχανίας μεγεθύνθηκε περισσότερο από 50% από το 2000 έως το 2011 και είναι ένας από τους λίγους τομείς που άνθησαν από άποψη εσόδων και θέσεων εργασίας, μετά τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008.

Διαφήμιση