Αρχική Ειδήσεις Γονιμότητα; Η Ευρώπη είπε όχι.

Γονιμότητα; Η Ευρώπη είπε όχι.

0
Διαφήμιση

Οικονομική ανασφάλεια για όλους και περισσότερο για τις νεαρές ευρωπαίες που πλέον σκέφτονται αν θα τεκνοποιήσουν ή όχι. Η υπογεννητικότητα στην Ευρώπη εξαιτίας της οικονομικής κρίσης είναι γεγονός και τα νοτιοευρωπαϊκά κράτη “έπεσαν” πρώτα.

Φαίνεται πως η γέννηση δεύτερου ή τρίτου παιδιού είναι πλέον αναμενόμενη μετά τα 30 έτη, ενώ όταν συμβαίνει νωρίτερα, δεδομένης της κρίσης, είναι μάλλον δείγμα χαμηλού κοινωνικού στάτους ή ακόμα και περιθωριοποιημένης κοινωνικής ομάδας…

Μετά από την ανάλυση των δημογραφικών στοιχείων της τελευταίας δεκαετίας πανευρωπαϊκά, η έρευνα Fertility reactions to theGreat Recessionin Europe: Recent evidence from orderspecific data που δημοσιεύτηκε χθες στην online επιστημονική Demographic Research υπογραμμίζει τον αρνητικό ρόλο της οικονομικής κρίσης των καιρών μας στα ποσοστά γονιμοποίησης. Με χρήση επίσημων δεδομένων από την HFD, τη Eurostat και την OECD, επισημαίνει πως οι χώρες που “χτυπήθηκαν” πρώτες από την κρίση, αυτομάτως σημείωσαν υπογεννητικότητα, ειδικά στην νεότερη ηλικιακή κατηγορία.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση επηρέασε τη γεννητικότητα για το σύνολο της Ευρώπης. Για ορισμένες χώρες, σήμαινε τερματισμό των αυξητικών τάσεων γεννητικότητας. Για άλλες, αισθητή μείωση του αριθμού των γεννήσεων. Σε κάθε περίπτωση, η ανεργία εμφανίζεται ως βασικός παράγοντας.

Συγκεκριμένα, τα ποσοστά γονιμότητας σε νεαρές ηλικίες συμβαδίζουν με τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες. Αυτό το πόρισμα αποδίδεται και στο ότι στις νεαρές ηλικίες είναι ευκολότερο να αναθεωρηθούν σχέδια για γονιμοποίηση, παρά σε μεγαλύτερες ηλικίες που πλησιάζουν τα βιολογικά όρια τερματισμού της δυνατότητας για τεκνοποίηση.

Ωστόσο, να σημειωθεί ότι η ανεργία αποτελεί αιτία μείωσης της γονιμότητας κυρίως στην Νότια Ευρώπη. Οι νότιες χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, είναι γνωστές για τις ασταθείς μεταβλητές εισαγωγής σε εργασία και η κρίση πέτυχε την περεταίρω διόγκωση του προβλήματος.

Η έντονη αλληλεπίδραση που σημειώνεται μεταξύ οικονομίας και γονιμότητας, οφείλεται στο συνδυασμό της οικονομικής κρίσης και της δομής του θεσμικού συστήματος αυτών των χωρών.

Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανεργία αποτελεί αιτία μείωσης του ποσοστού γεννήσεων δεύτερου παιδιού για την ηλικιακή κατηγορία 30-44. Ενώ, σε μικρότερες ηλικίες φαίνεται πως δεν αλληλεπιδρά ιδιαίτερα με αυτή την απόφαση. Οι ειδικοί υπέθεσαν πως αυτό το φαινόμενο εξηγείται άμεσα εάν αναλογιστούμε ιδιαιτερότητες της πληθυσμιακής ομάδας που έχει πιθανότητα απόκτησης δεύτερου παιδιού σε μικρή ηλικία. Πρόκειται για γυναίκες που είναι συνήθως λιγότερο μορφωμένες και δεν έχουν βλέψεις καριέρας. Σε αντίθεση, οι γυναίκες που ενδέχεται να αποκτήσουν δεύτερο ή τρίτο παιδί σε μεγαλύτερες ηλικίες, είναι σε μεγάλο βαθμό, άτομα που έχουν λάβει ανώτατη μόρφωση.

Οι επιστήμονες υπογραμμίζουν ότι είναι αδύνατον να εκτιμηθεί σε τι επίπεδα θα κυμαινόταν η γεννητικότητα στην Ευρώπη, εάν δεν είχε υπάρξει ποτέ το ενιαίο κύμα της οικονομικής κρίσης που την σάρωσε. Σε αυτή την περίπτωση, οι επιμέρους εθνικοί παράγοντες, θα είχαν μείζονα σημασία στην εξαγωγή συμπερασμάτων. Σε κάθε περίπτωση, το έκαστο και θεωρητικά υπάρχον θεσμικό πλαίσιο ενός κοινωνικού κράτους διαδραματίζει κύριο ρόλο και έχει τη δυνατότητα να μετριάζει τις αρνητικές επιρροές της ευρύτερης οικονομικής κρίσης.

Οι βαλτικές χώρες επιβεβαιώνουν την παραπάνω θέση. Για παράδειγμα, ενώ τα ποσοστά γονιμότητας στη Λετονία μειώθηκαν αισθητά το 2009, σε άλλες βαλτικές χώρες που επέβαλαν ένα καθεστώς υψηλών γονικών παροχών λίγο πριν το οικονομικό ξέσπασμα, δεν σημειώθηκε καμία δραματικά αισθητή μείωση.

Και είναι για τους ίδιους λόγους, που οι προαναφερθείσες νοτιοευρωπαϊκές χώρες – στις οποίες ανήκει και η χώρα μας- παρουσίασαν υπογεννητικότητα. Δεν είναι μόνο το κράτος πρόνοιας – δυστυχώς “στα χαρτιά” σε πολλές περιπτώσεις- που μπορεί να αντισταθμίσει αρνητικές οικονομικές συνέπειες, αλλά και η ύπαρξη φιλικής προς το θεσμό της οικογένειας κοινωνικής πολιτικής που δεν επιτρέπει μεγάλες αποκλίσεις στα ποσοστά τεκνοποίησης εν όψη κρίσης.

Σε αυτό το πλαίσιο και αναλύοντας το τελευταίο δεδομένο για οποιαδήποτε χώρα, θα μπορούσαμε να δώσουμε μια κατά προσέγγιση απάντηση χωρίς προηγούμενη γνώση αυτής της έρευνας.

Ωστόσο, επιστρέφοντας στον επίλογο της έρευνας, οι νοτιοευρωπαϊκές χώρες, ήταν οι πρώτες που επηρεάστηκαν από την κρίση, αλλά είναι αβέβαιο αν αυτό οφείλεται στην ανυπαρξία πολιτικών στήριξης της οικογένειας ή στην αδυναμία των κυβερνήσεών τους να προστατεύσουν τα νεότερα παραγωγικά μέλη της κοινωνίας από την οικονομική ανασφάλεια.

της Μαρίας Αλιβιζάτου

Διαφήμιση