
Οὒτε ὁ Μ. Ἀλέξανδρος οὒτε ὁ Ξέρξης μετέβησαν στήν Τροία τοῦ Χισαρλίκ.ΤΙ ΛΕΝΕ ΔΥΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΟΣ ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΡΙΑΝΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΣΤΡΑΤΗΛΑΤΩΝ
Γράφει ο Κώστας Δούκας*
Μέ το ἂρθρο αὐτό ὁλοκληρώνεται ἡ ἱστορική ἒρευνα γύρω ἀπό τήν ἀναζήτηση τοῦ αὐθεντικοῦ Ἰλίου, μέ τήν παράθεση πλήθους ἐπιχειρημάτων, ὃπως αὐτά προκύπτουν ἀπό τά Ὁμηρικά Ἒπη καί τήν ἱστορία.
Εἶναι γνωστό ὃτι δύο μεγάλοι στρατηλάτες, ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος καί ὁ Ξέρξης, πέρασαν ἀπό τό Ἲλιον τοῦ Πριάμου γιά νά ἀποτείσουν τιμή καί νά θυσιάσουν στούς ὑπερόχους ἐκείνους ἣρωες. Μόνο πού αὐτό τό Ἲλιον δέν βρισκόταν στό Χισαρλίκ, ἀλλά κάπου ἀλλοῦ, ὃπως προκύπτει ἀπό τήν συνέχεια.
Σύμφωνα μέ τόν Ἡρόδοτο (Πολύμνια 42, 43), ὁ Ξέρξης ἀνεχώρησε ἀπό τίς Σάρδεις μέ τόν πολυάριθμο στρατό του (σέ 5.000.000 τόν ὑπολογίζει ὁ πατέρας τῆς ἱστορίας μαζί μέ τό ἱερατεῖο, τούς μάγους, τό βοηθητικό προσωπικό, τίς ἑταῖρες κλπ.) μέ προορισμό τήν Ἂβυδο, στά βόρεια παράλια τοῦ Ἑλλησπόντου ἐπί τῆς Μ. Ἀσίας, ὃπου εἶχε κατασκευάσει γέφυρες μέ πλοῖα γιά νά διαπεραιωθεῖ στήν Ἑλλάδα, ὃπου τελικά συνετρίβη ὁ ἲδιος τό 480 π.Χ. στήν πολυθρύλητη ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος. Ὃταν ἒφθασε στήν νοτιοδυτική περιοχή τῆς Μ. Ἀσίας (κατέναντι τῆς Λέσβου) πέρασε κοντά καί δεξιά ἀπό τίς πόλεις Θήβη, Ἀδραμύττιον (τουρκ. Ἐντρεμίτ). Στήν συνέχεια, κινούμενος ἐπί τῶν κορυφῶν τοῦ ὂρους Ἲδη, διανυκτέρευσε στούς πρόποδες τοῦ ὂρους τούτου, ὃπου τήν νύχτα ἒπεσαν ἀστραπές καί κεραυνοί σκοτώνοντας πολλούς στατιῶτες. Συνεχίζοντας τήν πορεία του πρός τήν Ἂβυδο πρός τά βόρεια τοῦ Ἑλλησπόντου, σταμάτησε στίς πηγές τοῦ πρώτου ποταμοῦ πού συνάντησε κατά τήν προέλασή του, (καθώς κινούμενος ἐπί κορυφῶν ὀρέων δέν εἶχε συναντήσει κανένα ἂλλο ποταμό), ὁ ὁποῖος στέρεψε ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τά κτήνη, καί στήν συνέχεια κατευθύνθηκε πρός τήν Πέργαμον τοῦ Πριάμου (τούς σημερνούς λόφους Οὐλού Τεπέ). Ἐκεῖ, ἀφοῦ θυσίασε 1.000 βόδια, συνέχισε τήν πορεία του πρός τήν Ἂβυδο. Ὁ Ξέρξης δέν πέρασε ποτέ, καί δέν ὑπῆρχε κανένας λόγος νά περάσει παρεκκλίνοντας τῆς πρός βορράν πορείας του μέ τόν ἀμέτρητο στρατό του, ἀπό τό Χισαρλίκ, ὃπου ὁ Σλῆμαν βρῆκε τήν Τροία, καθώς ὁ μεγάλος βασιλεύς κατευθυνόταν πρός Ἂβυδον.

Ὁ Ἀρριανός πάλι στήν ἱστορία του <Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις> ἀναφέρει ὃτι, ἀφοῦ ὁ ᾽Αλέξανδρος στρατοπέδευσε στήν παραλιακή πόλη Ἀρίσβη, νοτίως τῆς Ἀβύδου, θέλησε νά τιμήσει τούς ἀνυπερβλήτους ἐκείνους ἣρωες τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου καί ἀπό τό ἀκρωτήριο Σίγειον ἀνῆλθε (ἀνελθών λέει ὁ ἱστορικός) στό Ἲλιον τοῦ Πριάμου, ἐξυπακουομένου ἀπό τό χρησιμοποιούμενο ρῆμα ἀνωφεροῦς λοφώδους ἐδάφους, ἀφήνοντας πολλά χιλιόμετρα νοτιώτερον τό Χισαρλίκ, κατευθυνθείς καί αὐτός στούς λόφους Οὐλού Τεπέ, ὃπου τά Πέργαμα τοῦ Πριάμου. Πρός τιμήν τῶν ἡρώων ὁ Ἀλέξανδρος ἀφιέρωσε μεγάλο ἀριθμό πανοπλιῶν, περικεφαλαῖες, θώρακες, ἀκόντια καί ξίφη, ἀπό τά ὁποῖα δέν βρέθηκε τό παραμικρό ἲχνος στήν πόλη 7Α τοῦ Χισαρλίκ, πού θεωρήθηκε ὡς ἡ πόλη τοῦ Πριάμου.
Δέν ἦταν δυνατόν ὁ στρατός καί ὁ στόλος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου νά εἶχε στρατοπεδεύσει στήν Ἀρίσβη καί ὁ ἲδιος νά κατῆλθε περί τά 50 καί πλέον χιλιόμετρα νοτιώτερα γιά νά ἐπισκεφθεῖ τό Χισαρλίκ. Ἂν ἐπρόκειτο περί αὐτοῦ τοῦ Ἰλίου, θά μποροῦσε νά πήγαινε ἐκεῖ διά θαλάσσης κατερχόμενος καί ὂχι ἀνερχόμενος ἐπί ξηρᾶς. Ὃπως παρατηρεῖ στήν μελέτη του καί ὁ γεωγράφος τοῦ Στρατοῦ Κων. Κουτρουβέλης, κατά τήν ἐποχή τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου τό στρατόπεδο καί ὁ ναύσταθμος τῶν Ἀχαιῶν δέν μποροῦσε νά εἶχε συγκροτηθεῖ μεταξύ τῶν ἱστορικῶν ἀκρωτηρίων Ροιτίου καί Σιγείου (βλέπε χάρτη), διότι κατά τήν ἐποχή ἐκείνη ἡ θάλασσα τοῦ Ἑλλησπόντου εἰσέβαλε ἐντός τοῦ Τρωικοῦ πεδίου σέ μεγάλο βάθος ἀπό τήν σημερινή ἀκτή.
Ἐξ ἂλλου προσεκτική ἀνάγνωση τῆς Ἰλιάδος πείθει ὃτι πολλά λοφώδη τοπία, πού περιγράφει ὁ Ὃμηρος μέ μεγάλη σαφήνεια, δέν ὑπάρχουν στό Χισαρλίκ, ὃπως γιά παράδειγμα ὁ λόφος τῆς Καλλικολώνης πού μεσολαβοῦσε μεταξύ τοῦ στατοπέδου τῶν Ἀχαιῶν καί τοῦ Ἰλίου, ἢ τό ὓψωμα – παρατηρητήριο ὃπου ὁ τύμβος τοῦ Αἰσυήτου γέροντος. Σ᾽αὐτό καθόταν ὁ Πολίτης, γιός τοῦ Πριάμου καί κατασκόπευε τούς Ἀχαιούς, μέ ἀποστολή νά εἰδοποιήσει πάραυτα τούς Τρῶες, χάριν τῆς ταχυποδίας του, γιά ἐπικείμενη ἐπίθεση τῶν Ἀχαιῶν. Στόν εὐρύτατο κάμπο τοῦ Χισαρλίκ δέν ὑπάρχουν τέτοια ὑψώματα, ἀλλά ἀπέραντη πεδιάδα. Καί ὃμως οἱ Ἀχαιοί ἒπρεπε, κατά τόν Ὃμηρο, νά ἀνέλθουν στήν κορυφή τῆς Καλλικολώνης γιά νά δοῦν ἐκ τοῦ μακρόθεν τό πεδίο τῆς μάχης, πού ἀπεῖχε περί τά 5 μέ 8 χιλιόμετρα. Ὃπως δέν ὑπάρχουν οἱ περιγραφόμενες διευκολύνσεις, ἐγκαταστάσεις καί λόφοι πού περιγράφει ὁ Ὃμηρος, ἀπό τίς ὁποῖες προκύπτει ὃτι ἡ πόλις τοῦ Ὁμηρικοῦ Ἰλίου κατελάμβανε μία ἒκταση ἂνω τῶν 3.000.000 τετραγωνικῶν μέτρων, ἐνῶ μία τέτοιας ἐκτάσεως πόλη δέν ἦταν δυνατόν νά χωροῦσε στήν ἒκταση τῶν μόλις 30 στρεμμάτων τοῦ ὑψώματος τοῦ Χισαρλίκ, ὃπως ἀναφέρει στήν σελίδα 24 τοῦ βιβλίου του Troya and the Troyans ὁ Ἀμερικανός ἀνασκαφέας Μπλέγκεν. Εἶναι δυνατόν στήν πόλη αὐτή νά ὑπῆρχαν 5.500 οἰκήματα, στά ὁποῖα στεγάζονταν περίπου 33.000 γηγενεῖς κάτοικοι; Ἀδύνατον.
Τό γενικό συμπέρασμα ἀπό τήν ἀναλυτική αὐτή ἀρθρογραφία εἶναι ὃτι ἡ σημερινή Τροία πού ἀνεκάλυψε ὁ Σλῆμαν στό Χισαρλίκ δέν εἶναι ἡ αὐθεντική Ὁμηρική Τροία.
Δέν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα μέ τό τοπίο πού περιγράφεται στήν Ἰλιάδα. Τό Ἲλιον πού ἒχτισε ὁ Ἶλος βρισκόταν μέσα σέ μία λοφώδη μορφολογία ἐδάφους στό ὁποῖο ἐπικρατοῦσαν τρεῖς κορυφές λόφων. Ἀνάμεσα σ᾽αὐτούς ἐκτεινόταν ἡ κοίλη λοφώδης πόλις τοῦ Ἰλίου. Καί μόνο αὐτή ἡ περιγραφή τοῦ Ὁμήρου, πού χαρακτηρίζεται ἀπό τίς λέξεις ὀφρυόεσσα, αἰπεία, ἠνεμόεσσα καί κοίλη ἀποκλείει τήν ταύτιση τοῦ Ὁμηρικοῦ Ίλίου μέ τό Ἲλιον τοῦ Χισαρλίκ. Τό μέλλον φαίνεται νά ἐπιφυλάσσει πολλές ἐκπλήξεις, καθώς νέοι καί περισσότερο μελετημένοι ἀρχαιολόγοι θά ἀναλάβουν τήν σκυτάλη, ὣστε νά διαλυθεῖ ὁριστικά μία πλάνη αἰώνων.
Tέλος της ιστορικής έρευνας”Αναζητείται τό Ὁμηρικό Ἲλιον”.Δείτε τα προηγούμενα σχετικά άρθρα εδώ
*Ο Κώστας Δούκας είναι δημοσιογράφος (μέλος της ΕΣΗΕΑ) ειδικευμένος στο ναυτιλιακό ρεπορτάζ, ερευνητής και συγγραφέας (μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών). Ασχολείται επί 40ετία με την ομηρική γραμματεία. Έχει μεταφράσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια σε πεζό λόγο και, τελευταία, σε έμμετρο μετά σχολίων, με την διάσωση του 80% των λέξεων του Ομήρου. Όλα τα άρθρα του ιδίου εδώ.