Γιά τήν κατανόηση τῶν ἱστορηθέντων σχετικά μέ τό Ἲλιον τοῦ Πριάμου ἐπιβάλλεται μία συνοπτική ἀναφορά γύρω ἀπό τίς κλιματικές συνθῆκες καί τούς κατακλυσμούς πού ἐπικρατούσαν τήν παλαιοτάτη ἐκείνη ἐποχή, ὃπως πιστεύουν οἱ ἐπιστήμονες. ΠΩΣ Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ ΔΑΡΔΑΝΟΥ ΝΑ ΜΗ ΧΤΙΣΕΙ ΠΟΛΗ ΑΠΟ ΦΟΒΟ ΠΛΗΜΜΥΡΩΝ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΟ ΠΟΙΗΤΗ. Οἱ κατακλυσμοί καί ὁ Ὃμηρος.
Γράφει ο Κώστας Δούκας*
Πρίν ἀπό 18.000 χρόνια ὁ πλανήτης ἒβγαινε ἀπό μία μακρά περίοδο κατάψυξης πού προκάλεσαν οἱ παγετῶνες τῆς λεγομένης Βουρμίου περιόδου διαρκείας 100.000 ἐτῶν. Ἡ τήξη τῶν πάγων, πού εἶχαν καλύψει μεγάλο μέρος τῆς Εὐρώπης καί τῆς Βορείου Ἀμερικῆς, προκάλεσε τήν ἂνοδο τῆς στάθμης τῶν θαλασσῶν καί, φυσικά, τούς κατακλυσμούς. Οἱ πιό γνωστοί ἀπό αυτούς εἶναι οι κατακλυσμοί τοῦ Ὠγύγου, τοῦ Δευκαλίωνος καί τοῦ Δαρδάνου. Οἱ πάγοι εἶχαν δεσμεύσει τεράστιες ποσότητες νεροῦ, καθώς εἶχαν φθάσει σέ περιοχές πού σήμερα ἀποτελοῦν ἂνετες ἐποικήσεις, ὃπως τό Παρίσι, τό Λονδίνο, ἡ Νέα Ὑόρκη κ.ἂ.
Στό ἂρθρο πού ἀκολουθεῖ τεκμηριώνεται ὃτι ἡ τότε κλιματική ἀλλαγή, ἀπό τίς πολλές πού συμβαίνουν συχνά στόν πλανήτη μας, ἐπιβεβαιώνει τίς μαρτυρίες τοῦ Ὁμήρου περί τῆς παλαιότητος τοῦ Ἰλίου καί τό γεγονός ὃτι καμμία ἂλλη παλαιοτέρα πόλη δέν ὑπῆρχε κάτω ἀπό τήν Τροία αὐτή, ὃπως μᾶς βεβαιώνει ὁ ποιητής.
Ὑπάρχουν πολλοί μύθοι γύρω ἀπό τούς κατακλυσμούς πού συνέβησαν ἀπό τό 18.000 μέχρι τό 3.000 π.Χ. κι αὐτή ἡ περίοδος συμπίπτει μέ τό λεγόμενο κλιματικό ὂπτιμουμ τῆς Ὁλοκαίνου ἐποχῆς. Ἦταν μία περίοδος ὃπου σημειώθηκαν οἱ ὑψηλότερες βροχοπτώσεις στήν Γῆ, ἐνῶ ἡ θερμοκρασία ἦταν θερμότερη ἀπό αὐτή πού ἒχομε σήμερα, ἡ ὁποία ἀνοήτως χαρακτηρίζεται ὡς…ὑπερθέρμανση τοῦ πλανήτη. Καί σήμερα ἀκόμη διανύουμε μία μεσοπαγετώδη περίοδο μέχρι τήν νέα εἰσβολή τῶν πάγων πού θά συμβεῖ, κατά τούς γεωλόγους, σέ 20.000 χρόνια. Οἱ ἐπιστήμονες ἒχουν καταλήξει στό συμπέρασμα ὃτι ὁ γνωστός κατακλυσμός τοῦ Νῶε συνέβη γύρω στό 1.800 π.Χ. Οἱ Σουμέριοι τόν ταύτιζαν στήν μυθολογία τους μέ τόν κατακλυσμό τοῦ Σιουσούρντα.
Ὁ Διόδωρος Σικελιώτης μᾶς περιγράφει τήν πλημμύρα τοῦ Εὐξείνου Πόντου ὡς ἑξῆς (Βιβλ. 47, 3):
Οἱ Σαμοθράκες διηγοῦνται ὃτι πρίν ἀπό τούς κατακλυσμούς πού ἒγιναν σέ ἂλλους λαούς, συνέβη ἐκεῖ ἓνας ἂλλος μεγάλος κατακλυσμός, στήν διάρκεια τοῦ ὁποίου ἂνοιξε τό Στενό στίς Κυανές Πέτρες (συμπληγάδες) καί στήν συνέχεια ὁ Ἑλλήσποντος. Γιατί ἡ θάλασσα τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἦταν πρῶτα λίμνη καί φούσκωσε σέ τέτοιο σημεῖο ἀπό τά ποτάμια (σ.σ. Ντόν, Δνείπερος, Βόλγας, Δούναβης, ὁ ἀρχαῖος Ἲστρος, κ.ἂ) πού χύνονταν μέσα, πού ἀπό τήν μεγάλη πίεση τοῦ ρεύματος ξεχύθηκαν μέ ὁρμή στόν Ἑλλήσποντο καί κατάκλυσαν μεγάλο μέρος ἀπό τά Ἀσιατικά παράλια καί ὂχι λίγη πεδινή ἒκταση τῆς Σαμοθράκης μετετράπη σέ θάλασσα. Καί γι᾽αὐτόν τόν λόγο στά μεταγενέστερα χρόνια μερικοί ψαράδες ἀνασύρουν μέ τά δίκτυα τους λίθινα κυανόκρανα, γιατί καί πόλεις κατακλύστηκαν ἀπό τά νερά. Κι ὃσοι γλύτωσαν ἀπό τόν κατακλυσμό κατέφυγαν στά ὑψηλότερα μέρη τοῦ νησιοῦ. Ἀλλά καθώς ἡ θάλασσα ἀνέβαινε ὁλοένα ψηλότερα, εὐχήθηκαν στούς θεούς τοῦ τόπου κι ὃταν σώθηκαν, σέ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος, ὓψωσαν πέτρινα σύνορα γύρω ἀπό ὃλο τό νησί κι ἒχτισαν βωμούς, στούς ὁποίους θυσιάζουν μέχρι σήμερα. Ὣστε εἶναι φανερό ὃτι ἡ Σαμοθράκη ἦταν κατοικημένη πρίν τόν κατακλυσμό.
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΜΕΝΟΙ ΟΙ ΤΟΤΕ ΛΑΟΙ
Ἀπό αὐτή τήν περιγραφή τοῦ Διοδώρου μπορεῖ κανείς νά φανταστεῖ τά συγκλονιστικά αἰσθήματα καί τόν φόβο τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων. Μή γνωρίζοντες πῶς δημιουργοῦνται οἱ κατακλυσμοί καί βλέποντες τήν στάθμη τοῦ νεροῦ νά ἀνεβαίνει κάτω ἀπό τά πόδια τους διαρκῶς, γύρω στά 50 ἑκατ. μέχρι ἓνα μέτρο τόν χρόνο, ἐγκατέλειπαν ζῶα καί καλλιέργειες καί κατέφευγαν ἀπό τά πεδινά στίς πλαγιές τῶν βουνῶν. Ἀλλά καί ἐκεῖ τό νερό τούς ἒφτανε κι αὐτοί πήγαιναν ἀκόμη ψηλότερα.
Ἦταν ἡ ἐποχή τοῦ κατακλυσμοῦ τοῦ Δαρδάνου, πού μᾶς περιγράφει καί πάλι ὁ Διόδωρος Σικελώτης ὣς ἑξῆς (Βιβλ. Ε, 48, 3):
Ὁ Δάρδανος, πού ἦταν ἓνας ἂνθρωπος μέ μεγάλα σχέδια κι ἦταν ὁ πρῶτος πού διαπεραιώθηκε στήν Ἀσία πάνω σέ μιά σχεδία, ἒχτισε στήν ἀρχή μία πόλη μέ τό ὂνομα Δάρδανος κι ὀργάνωσε τό βασίλειο γύρω ἀπό τήν πόλη, πού ἀργότερα ὀνομάστηκε Τροία, καί τούς κατοίκους ὀνόμασε Δαρδάνους ἀπό τόν ἑαυτό του.
Ὁ πολύ παλαιότερος Ὃμηρος μᾶς δίνει αὐθεντικότερες πληροφορίες ἐπ᾽αὐτοῦ, πού φαίνεται ὃτι δέν ἒλαβε ὑπ᾽ὂψη του ὁ Διόδωρος, ὃπως θυμώμαστε ἀπό παλαιότερα ἂρθρα, ὁ Δάρδανος προφανῶς φοβούμενος τόν κατακλυσμό πού τόν ἀκολουθοῦσε σέ ὃλο τό Αἰγαῖο, δέν ἒχτισε πόλη θνητῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ὁ λαός του διέμενε στίς ὑπώρειες τῆς Ἲδης.
Ἒπρεπε νά περάσουν 100 καί πλέον χρόνια ἀκόμη γιά νά βεβαιωθοῦν ὃτι οἱ πλημμύρες δέν θά τούς ἐπηρεάσουν, ὣστε ὁ δισέγγονός του Ἶλος τελικά νά χτίσει τό Ἲλιον.
Καί ποῦ ἒπρεπε νά βρισκόταν αὐτό τό Ἲλιον; Προφανῶς ἐκεῖ περίπου ὃπου ὁ Δάρδανος διαπεραιώθηκε στήν Μ. Ἀσία, στήν περιοχή τοῦ Ἑλλησπόντου, βορείως, στήν περιοχή τοῦ Τσανάκ Καλέ (Στενά τῶν Δαρδανελίων) καί στά ἐνδότερα πρός ἀνατολάς, καί ὂχι πρός τά νοτοδυτικότερα, ὃπου βρίσκεται τό Χισαρλίκ μέ τίς ἀλλεπάλληλες πόλεις. Ὁ καθένας πλέον καταλαβαίνει ὃτι κάτω ἀπό τό αὐθεντικό Ἲλιον δέν πρέπει νά ὑπάρχει ἂλλη πόλη. Κι ὃμως, βρῆκαν…δέκα οἱ ἀρχαιολόγοι, τήν μία πάνω στήν ἂλλη.
Καί νά τί ἀκριβῶς συνέβη σύμφωνα μέ ἀποκρυσταλλωμένες ἀπόψεις γεωλόγων καί κλιματολόγων.
Ἡ στάθμη τῆς παγκόσμας θάλασσας κατά τά τελευταῖα 12.000 χρόνια ἒφθασε στήν σημερινή μεταξύ 6.500 καί 6.000 χρόνων πρίν ἀπό σήμερα, δηλαδή γύρω στό 4.000 π.Χ. Στόν πυθμένα τοῦ Βοσπόρου καί περίπου στό ὓψος τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπάρχουν δύο ὑποθαλάσσια ἐξάρματα (ὗβοι, καμποῦρες) ὓψους 32 καί 60 μ. ἀντιστοίχως. Αὐτά ἒπαιξαν καθοριστικό ρόλο στόν κατακλυσμό. Γιά νά εἰσβάλουν τά νερά ἀπό τόν Εὒξεινο πόντο, σημαίνει ὃτι ἡ στάθμη τοῦ Αἰγαίου ἦταν πολύ χαμηλότερη καί, κατά τίς ἐκτιμήσεις τῶν ἐπιστημόνων, ἦταν χαμηλότερη κατά 45 μ. ἀπό ὃτι εἶναι σήμερα. Ἀκολούθησαν περίοδοι ἀποτόμου αὐξήσεως τῆς θερμοκρασίας μέ τήξη τῶν παγετώνων καί αὒξηση τῶν βροχοπτώσεων, ἀλλά καί περίοδοι παγετώνων μικρῆς διάρκειας καί μέ ἐλάττωση βροχοπτώσεων.
Καθώς ἡ αὒξηση τοῦ ὓψους τῆς Προποντίδος συνεχιζόταν ἀπό τήν Μαύρη Θάλασσα, τά νερά ὑπερέβησαν τά δύο ἐξάρματα τοῦ ῾Ελλησπόντου καί ὃρμησαν στό Αἰγαῖο ἀνεβάζοντας τήν στάθμη του. Ἡ ὁρμητικότητα εἰσροῆς τῶν ὑδάτων, πού καί σήμερα ἀκόμη ἡ ταχύτητά τους ἀνέρχεται σέ 3 ἓως 9 χιλιόμετρα ἀνά ὣρα, διατηρεῖ τό ἀπόκρημνο τῶν ὀχθῶν τοῦ Ἑλλησπόντου, κάτι πού γνώριζε ὁ Ὃμηρος, καθώς τόν χαρακτηρίζει ὡς ἀγάρροον (ρευματώδη).
Ὁ ἱστορικός Διονύσιος Ἀλικαρνασεύς (60 π.Χ.) μᾶς πληροφορεῖ μέ τήν σειρά του ὃτι ὁ Ἶλος ἳδρυσε τήν νέα πρωτεύουσα τοῦ βασιλείου του, τό ῍Ιλιον ἢ Τροία, περίπου 25 χιλιόμετρα νοτιώτερα ἀπό τήν παλαιά πρωτεύουσα Δαρδανία πού εἶχε ἱδρύσει ὁ προπάππος του, ἀφοῦ ὁ φόβος τοῦ κατακλυσμοῦ εἶχε περάσει ὁριστικά. Ὁ Διονύσιος βεβαιώνει ἐπίσης ὃτι στήν ἐποχή πού ζοῦσε ὁ Δάρδανος, προῆλθε ἀπό τά Στενά τῶν Δαρδανελίων ὁ κατακλυσμός. Τά νερά εἰσῆλθαν ἀπό τήν Μαύρη Θάλασσα στό Αἰγαῖο μέ μεγάλη ὁρμή, καταποντίζοντας ὃλες τίς πεδινές ἐκτάσεις καί τίς μετέτρεψε σέ θάλασσα. Αὐτό τό βεβαιώνει καί ὁ πολύ παλαιότερος Ὃμηρος στήν ραψωδία Μ 30 τῆς Ἰλιάδος, ὃταν ὁ Ἀπόλλων καί ὁ Ποσειδῶν καταστρέφουν τίς ὀχυρωματικές ἐγκαταστάσεις τῶν Ἀχαιῶν, στρέφοντας τά στόμια ὀκτώ (8) ποταμῶν και συγκεκριμένα: Ρῆσος, Ἑπτάπορος, Κάρησος, Ροδίος, Γρανικός, Αἲσηπος, Σκάμανδρος καί Σιμόεις.
Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀγνοοῦνται τόσες ἀρχαῖες μαρτυρίες καί νά γίνονται ἀνασκαφές σέ λάθος σημεῖο τῆς Μ. Ἀσίας. Ὃμως οἱ κρημνώδεις ὂχθες τοῦ ρευματώδους Ἑλλησπόντου δημιουργοῦν, ὃπως ἀναφέραμε καί σέ προηγούμενο ἂρθρο, δυσκολία εὑρέσεως πολυβενθῶν λιμένων τοῦ Ὁμήρου γιά τήν προσάραξη τοῦ τεραστίου στόλου τῶν Ἀχαιῶν, Δαναῶν καί Ἀργείων.
Tέλος 5ου Μέρους/Το άρθρο συνεχίζεται.Δείτε προηγούμενα σχετικά άρθρα εδώ
*Ο Κώστας Δούκας είναι δημοσιογράφος (μέλος της ΕΣΗΕΑ) ειδικευμένος στο ναυτιλιακό ρεπορτάζ, ερευνητής και συγγραφέας (μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών). Ασχολείται επί 40ετία με την ομηρική γραμματεία. Έχει μεταφράσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια σε πεζό λόγο και, τελευταία, σε έμμετρο μετά σχολίων, με την διάσωση του 80% των λέξεων του Ομήρου. Όλα τα άρθρα του ιδίου εδώ.