ΑΝΘΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ: ΥΠΗΡΞΑΝ… ΠΟΛΛΟΙ ΟΜΗΡΟΙ ΚΑΙ ΑΠΕΙΡΑΡΙΘΜΟΙ ΟΜΗΡΙΔΕΣ.ΠΛΗΘΟΣ ΛΕΞΕΩΝ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ Β´ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ.Πῶς εἶναι δυνατόν ἓνας τυφλός νά διακρίνει τά χρώματα.
Γράφει ο Κώστας Δούκας*
Ὃσο θαυμάζεται ὁ ἀρχαιοελληνικός πολιτισμός ἀπό τούς ξένους λαούς, ἂλλο τόσο μισεῖται, ἒστω καί ἀπό μικρή μειονότητα ἐχθρῶν τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἒχουν ὃμως οἱ ἂνθρωποι αὐτοί ἰσχυρούς δεσμούς μέ τήν ὀργανωμένη μειοψηφία πού ἒχει διεισδύσει στήν διακυβέρνηση τοῦ πλανήτη. Αὐτοί οἱ ἂνθρωποι, ἰδιοτελῶς πάντοτε ἐνεργοῦντες, (θέσεις, χρῆμα κλπ.) δημιουργοῦν παγκόσμια σύγχυση καί ἀμφιβολίες ὡς πρός τήν ἱστορική ὓπαρξη ὀγκολίθων τοῦ πνεύματος, ὃπως π.χ. ὁ Ὃμηρος, τόν ὁποῖο ἒχουν ὑπονομεύσει χρονολογικά καί ἡλικιακά, ἀφήνοντας τό ὂνομά του νά κυλιέται ἀσαφῶς μέσα στήν ἀχλύ ἀμφισβήτησης τῶν αἰώνων, ὣστε τά ἱστορικά γεγονότα πού τόν συνοδεύουν νά μπερδεύονται μέ τήν μυθολογία καί νά ἀφήνουν ἀνοιχτό τό ἐνδεχόμενο νά μήν ἒχουν συμβεῖ.
Κι αὐτό στό πεῖσμα τῆς ρήσεως τοῦ Παλαιφάτου ὃτι κάθε τί πού λέγεται ἒχει συμβεῖ, διότι ἂν δέν εἶχε συμβεῖ δέν θά λεγόταν.
Το μεγάλο ερώτημα
Οἱ στῆλες αὐτές προσπαθοῦν νά ρίξουν φῶς στίς κρυμμένες πληροφορίες τοῦ Ὁμήρου, πού ἀναπηδοῦν σάν ἐγκαιροφλεγεῖς βόμβες μέσα στά ἒπη καί ἐκρήγνυνται ἐκκωφαντικά κάθε τόσο, καθώς προσκρούουν σέ μεγάλα παλαιά καί νεώτερα γεγονότα τοῦ πλανήτη, πού δέν συμβιβάζονται μέ τά διαδιδόμενα γιά τόν ποιητή. Μία ἀπό αὐτές τίς διαδόσεις πού ἐπικρατοῦν παγκοσμίως εἶναι ὃτι ὁ Ὃμηρος ἦταν τυφλός. Ἀλλά ἦταν; Διότι ἂν ἦταν τίθεται τό ἐρώτημα, πῶς εἶναι δυνατόν ἓνας τυφλός νά διακρίνει τά χρώματα καί νά προσδιορίζει τά ἀντικείμενα μέ τά χρώματά τους; Πράγματι, ὁ Ὃμηρος γνωρίζει τό λευκό. Λευκά εἶναι τό γάλα, τά ὀστά, τά ἂνθη τῆς ἀμυγδαλιᾶς, τό μαλλί τῶν προβάτων κ.ἂ. Γνωρίζει τό ἐρυθρόν (κόκκινο, κοκκινωπό) ὃπως εἶναι ὁ οἶνος (ι 163, μ 19), τό νέκταρ (Τ 38, ε 93), ὁ χαλκός (Ι 365). Γνωρίζει τό πορφυροῦν (κόκκινο ἀνοιχτό, ἃλικο ἢ ἰοειδές). Γνωρίζει τό μέλαν, ὃπως εἶναι τό αἷμα πού χύνεται στήν μάχη. Γνωρίζει τό πράσινο πού ἀποκαλεῖ χλωρόν. Αὐτό πού λέμε σήμερα « πρασίνισε ἀπό τόν φόβο του» ὁ Ὃμηρος τό λέει χλωρόν δέος. Γνωρίζει τό μαῦρο πού ἀποκαλεῖ μέλαν. Τό καταιγιδοφόρο νέφος, λέει, εἶναι πιό μαῦρο καί ἀπό τήν πίσα. Δηλαδή κάνει καί συγκρίσεις χρωμάτων. Ἀκόμη γνωρίζει καί τίς ἀποχρώσεις. Ἡ αὐγή εἶναι ροδοδάκτυλος, δηλαδή ἒχει ρόζ χρῶμα, ἐνῶ ἂλλοτε εἶναι κροκόπεπλος, δηλαδή ὢχρα. Γνωρίζει καί τό βαθύ μπλέ πού ἀποκαλεῖ κυάνεον, περιγράφοντας τήν ἀσπίδα πού ἒκανε δῶρο ὁ Ἀγαμέμνων στόν βασιλιά τῆς Κύπρου Κυνήρα.
Η απάντηση
Ἀλλά ἀπό ποῦ προέκυψε αὐτή ἡ τυφλότητα τοῦ Ὁμήρου; Στήν προκλασική ἀρχαιότητα ὑπῆρχε μία παράδοση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία οἱ ἀρτιμελεῖς ἦσαν πολεμιστές, οἱ χωλοί ἀλλά δυνατοί ἦσαν χαλκεῖς (χωλός καί δυνατός ἦταν καί ὁ Ἣφαιστος), καί οἱ τυφλοί πού δέν ἦσαν σέ τίποτε ἂλλο χρήσιμοι, ἦσαν ἁπλοί ἀοιδοί ἢ μάντεις (Δημόδοκος, Τειρεσίας). Τόν 4ο αἰῶνα π.Χ. ὑπῆρχε ἓνας σοφιστής ὀνόματι Ἀλκιδάμας πού διασκεύασε τόν θρύλο αὐτόν. Ἒτσι ὁ ὁμηρικός ὓμνος πρός τόν Δήλιον Ἀπόλλωνα κατέληγε στήν παράκληση τοῦ ποιητοῦ πρός παρθένες πού ἂκουγαν, νά μή λησμονήσουν τόν ποιητή, καί ἂν κανείς τίς ρωτήσει:
ὦ κοῦραι τίς δ᾽ ὒμμιν ἀνήρ ἢδυστος ἀοιδῶν;
(ὦ κόρες, ποιός κατά τήν γνώμη σας εἶναι ὁ γλυκύτερος ἀοιδός;)
Κι αὐτές εὐσχήμως ἀπαντοῦσαν:
τυφλός ἀνήρ οἰκεῖ δέ Χίῳ ἒνι παιπαλοέσῃ
(τυφλός ἂνδρας πού κατοικεῖ στήν ἀπόκρημνη Χίο).
Ἀστειότητες βεβαίως ὃλα αὐτά πού ὑπονοοῦσαν τόν Ὃμηρο χωρίς νά τόν κατονομάζουν.
Ἒτσι καί ἡ τυφλότητα τοῦ Ὁμήρου ἦταν μία ἀκόμη παραπληροφόρηση.
Στήν πραγματικότητα πολλοί αἰῶνες χώριζαν τόν Ὃμηρο ἀπό τόν Ἡσίοδο. Οἱ δύο ὀγκόλιθοι τοῦ πνεύματος δέν εἶχαν καμμία ἡλικιακή συγγένεια. Ἀλλά ἡ παράδοση τούς φέρνει νά ἒχουν συναγωνισθεῖ σέ διαγωνισμό ποιήσεως.
Τά ὁμηρικά ἒπη πού ἒχομε στά χέρια μας στήν Ἰωνική, εἶναι τά νεώτερα συντεθέντα ἐπί Πεισιστράτου ἢ Ἱππάρχου ἐκ τῶν σποράδην ἀοιδομένων, τά ὁποῖα συναποκομίσθηκαν ὡς ἱερά κειμήλια στήν Ἰωνία (Μικρά Ἀσία). Ἀλλεπάλληλες μετεγγραφές ἒγιναν στούς αἰῶνες καί κάθε ἐπανέκδοση περιελάμβανε μερικά νεώτερα ἱστορικά γεγονότα, πού ξενίζουν μέ τήν παρουσία τους. Τούς νόθους στίχους ἐπεσήμανε μέ ὀβελούς ([ ]) ὁ Ἀρίσταρχος. Αὐτή τήν ἰδέα μοῦ ἒδωσαν οἱ πολλές λέξεις, σκόρπιες καί ἀπολιθωμένες, μέσα στήν Ἰλιάδα καί τήν Ὀδύσσεια, πού προέρχονται ἀπό τήν Γραμμική Γραφή Β´, τήν ὁποία ἒχει ἀποκρυπτογραφήσει ὁ Ἂγγλος Μ. Βέντρις, ὃπως χαλκός, βασιλεύς, τυρός, χρυσός, τρίπους, λουτρόν, δέπας (κύπελον), χρυσός, μισθός, κοῦρος, ἐπίκουρος κ.ἂ. Γιά παράδειγμα, στήν Ἰλιάδα πολλές φορές ἀναφέρεται ἡ λέξη τάφρος. Ὃμως μία φορά ἀναφέρεται ὡς κάπετος. Αὐτή ἡ λέξη ὃμως προέρχεται ἀπό τήν ΓΓΒ´, ἡ ὁποία δέν χρησιμοποιεῖ οὒτε ἀρχικό οὒτε τελικό σῖγμα, ἀλλά ὑπονοεῖται. Ἒτσι λοιπόν, ἂν στήν λέξη τῆς ΓΓΒ´κα – πε – το προσθέσουμε τό ἐλλεῖπον ἀρχικό καί τελικό σῖγμα, τότε ἒχομε
(σ)κα-πε-το(ς), διακρίνουμε τήν λέξη σκαπτός, ὀρυκτός, δηλαδή τάφρος σύμφωνα μέ τό συλλαβάριο τοῦ Βέντρις.
Ἡ λέξη χρυσός γράφεται καί προφέρεται στήν ΓΓΒ´ὡς κου – ρου – σο. Σήμερα στήν Κέρκυρα ὁ χρυσοχόος ἀποκαλεῖται κουρούσης. Τέτοια ἀντοχή χρόνου ἒχει ἡ γλῶσσα μας.
Ἡ παλαιότητα ὃμως τοῦ Ὁμήρου ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τίς ἑξῆς σκέψεις τοῦ καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Σίμου Μενάρδου πού διερωτᾶται:
Ἦταν δυνατόν νά συντελεστεῖ τέτοια «σύνθεση» ἐπῶν ἐπί Ἱππάρχου καί νά μήν ἂκουσε τίποτε ὁ Ἡρόδοτος, αὐτός πού ἂκουσε καί διατυμπάνισε τήν μικρή πλαστογραφία τοῦ Ὀνομακρίτου στόν περί Μουσαίου χρησμόν;
Μποροῦσε νά παραπλανηθεῖ τήν ἐπαύριον ὁ Θουκυδίδης, αὐτός πού γνώριζε καί τίς ἐλάχιστες λεπτομέρειες περί τῶν Πεισιστρατιδῶν; Ἦταν εὒκολο νά ἀπατηθεῖ ὁ Ἀριστοτέλης, πού γνώριζε μέ τόση ἀκρίβεια τήν ἱστορία τοῦ 6ου αἰῶνος τῶν Ἀθηνῶν, καί νά θαυμάζει ὡς κατόρθωμα τοῦ παλαιοῦ «θεσπεσίου» Ὁμήρου τήν «σύσταση» τῶν δύο ἐπῶν, ἐνῶ ἀκριβῶς ἡ σύσταση αὐτή ἦταν ἒργο ἂλλου, σχεδόν προχθεσινοῦ;
Οἱ προαναφερθέντες ἀνωνύμως στή ἀρχή τοῦ ἂρθρου συνειδητοί κατεδαφιστές τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ πολιτισμοῦ καί πνεύματος θέλουν νά μᾶς κάνουν νά πιστέψουμε ὃτι οἱ Ἓλληνες, γνωρίσαντες πρῶτοι τήν γραφή πού γονιμοποίησε ὃλες τίς εὐρωπαϊκές γλῶσσες, ἒπεσαν κατόπιν σέ πλήρη ἀμάθειά της, ἐνῶ οἱ γύρω λαοί τῆς Μεσογείου ἒγραφαν ὃλοι καί αὐτούς οἱ Ἓλληνες ὀνόμαζαν βαρβάρους. Καί ἀγνοοῦσαν τόν ὂγδοο αἰῶνα τήν γραφή, ἐνῶ τόν 7ο π.Χ. αἰῶνα παρουσιάστηκαν ποιητές ὀλκῆς, ὃπως ἡ Σαπφώ, ὁ Ἀλκαῖος καί ὁ Ἀλκμάν, πού πιθανότατα ἒγραφαν καί μουσικά σημεῖα. Ἓνας ἀπό τούς δηλωμένους ἐχθρούς τοῦ ἑλληνισμοῦ καί είδικότερα τοῦ Ὁμήρου εἶναι ὁ Γερμανός Φρειδερίκος Βόλφ, ὁ ὁποῖος στά Prolegomena του θεώρησε ὃτι ὑπῆρξαν πολλοί Ὃμηροι καί πιό πολλοί Ὁμηρίδες, καί ὃτι οἱ Ἓλληνες δέν γνώριζαν τήν γραφή. Ἀλλά καί νά τήν γνώριζαν, λέει, ἀκόμη δέν εἶχαν τό μέσον γιά νά τήν διαδόσουν. Δέν ὑπῆρχαν δηλαδή διφθέρες, πτυκτοί πίνακες, (πού ἀναφέρονται στό Ζ τῆς Ίλιάδος) σανίδες, πήλινες πινακίδες, πάπυροι κλπ.
Ποιός κρύβεται πίσω ἀπό τόν Ὁμηρο
Ἂν τά ἒπη ἐξεδόθησαν ἐπί Πεισιστράτου ἢ Ἱππάρχου, τότε προκύπτει τό ἐρώτημα: Ποιός κρύβεται πίσω ἀπό τό ψευδώνυμο τοῦ Ὁμήρου, διότι κάποιος θά ἒπρεπε νά συντάξει σέ ἒπη τά σποραδικῶς ἀδόμενα. Ρωτήθηκε ὁ Βόλφ κι αὐτός ἀδίστακτα ὑπέδειξε τόν Ὀρφέα Κροτωνιάτη, τόν Ἀθηναῖο Ὀνομάκριτο, τόν Σιμωνίδη τόν Κεῖο καί τόν Τήιον Ἀνακρέοντα. Κάποιος ἀπό αὐτούς μποροῦσε νά εἶναι ὁ κρυπτόμενος μέ τό ψευδώνυμο τοῦ Ὁμήρου. Ἀλλά ὁ Ὀρφέας Κροτωνιάτης ἒμεινε στήν ἱστορία ὡς ὁ ποιητής τῶν Ἀργοναυτικῶν. Ὀ Ὀνομάκριτος ἐξωρίστηκε ἀπό τόν Ἳππαρχο γιά τήν πλαστογραφία πού προανέφερα, βδελυσσόμενος τό ἂτομό του. Ὁ Σιμωνίδης ὁ Κεῖος ἒμεινε στήν ἱστορία ὡς μέγα ἐπιγραμματοποιός (ὦ ξεῖν᾽ ἀγγέλειν Λακεδαιμονίοις…Ἑλλάνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι…κλπ.) Κι αὐτός πληρωνόταν πολύ ἀκριβά. Ἒναντι ποιοῦ ποσοῦ ἀνέλαβε τό κατόρθωμά του; Καί γιατί τό ἀπέκρυψε; Ὃσο γιά τόν Τίειον Ἀνακρέοντα, ἡ λύρα του δέν ἦταν κατασκευασμένη γιά τόσο τραγικά πράγματα.
Tέλος 8ου Μέρους/Το άρθρο συνεχίζεται.Δείτε τα προηγούμενα σχετικά άρθρα εδώ
*Ο Κώστας Δούκας είναι δημοσιογράφος (μέλος της ΕΣΗΕΑ) ειδικευμένος στο ναυτιλιακό ρεπορτάζ, ερευνητής και συγγραφέας (μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών). Ασχολείται επί 40ετία με την ομηρική γραμματεία. Έχει μεταφράσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια σε πεζό λόγο και, τελευταία, σε έμμετρο μετά σχολίων, με την διάσωση του 80% των λέξεων του Ομήρου. Όλα τα άρθρα του ιδίου εδώ.