Όσο η ενεργειακή κρίση παραμένει και επιμένει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο πιο επιτακτικά αναδεικνύονται οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) ως το “φάρμακο” εκείνο που μπορεί να χαλιναγωγήσει το πρόβλημα της ακρίβειας και να αποτελέσει μία μόνιμη λύση στη μείωση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος.
Τα στοιχεία που έρχονται είναι αποκαλυπτικά σε μία στιγμή μάλιστα που τα ελληνικά νοικοκυριά δοκιμάζεται από τις αυξημένες τιμές ρεύματος που καλούνται να πληρώσουν στα τιμολόγια, αναγκάζοντας το ΥΠΕΝ να διατηρήσει το καθεστώς επιδότησης και για το μήνα Σεπτέμβριο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) διαπιστώνεται μεγάλη μείωση στο συνολικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας εφόσον επιτευχθεί η εκτιμώμενη αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ. Με βάση τα αποτελέσματά του, το συνολικό κόστος μειώνεται το 2030 πάνω από 25% σε σχέση με την αρχή της δεκαετίας και φθάνει σχεδόν στο μισό το 2050 (βλ. Διάγραμμα).
Σημαντικά και μόνιμα οικονομικά οφέλη για τους καταναλωτές προκύπτουν από την ενεργειακή μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Α.Π.Ε.). Και αυτό διότι οι ΑΠΕ και ειδικά η αιολική ενέργεια, είναι οι πιο φθηνές μορφές ηλεκτροπαραγωγής. Επιπλέον παράγουν ηλεκτρισμό με σταθερό κόστος που δεν εξαρτάται από τις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών των καυσίμων.
Αυτά επιβεβαιώνονται για άλλη μια φορά από τη μελέτη του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), η διαβούλευση για το οποίο ολοκληρώθηκε την Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου. Συγκεκριμένα, το ΕΣΕΚ διαπιστώνει μεγάλη μείωση στο συνολικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας εφόσον επιτευχθεί η εκτιμώμενη αύξηση της διείσδυσης των Α.Π.Ε. Με βάση τα αποτελέσματά του, το συνολικό κόστος μειώνεται το 2030 πάνω από 25% σε σχέση με την αρχή της δεκαετίας και φθάνει σχεδόν στο μισό το 2050 (βλ. Διάγραμμα).
Αυτό το σημαντικό οικονομικό όφελος που προσφέρουν οι Α.Π.Ε. πρέπει να περνάει άμεσα και αυτόματα στον καταναλωτή. Σε αυτή την κατεύθυνση έχει ανοίξει η συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ανάλογη σύσταση περιλαμβάνει και η πρόσφατη Έκθεση Ντράγκι. Στόχος πρέπει να είναι ο καταναλωτής να απολαμβάνει άμεσα τα οφέλη από την αύξηση της συμμετοχής των Α.Π.Ε. στην ηλεκτροπαραγωγή, χωρίς να απαιτούνται κρατικές και ρυθμιστικές παρεμβάσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι πάντα βέλτιστες και δημιουργούν καθυστερήσεις. Η μεταρρύθμιση πρέπει, επίσης, να διατηρήσει τα θετικά του σημερινού συστήματος και κυρίως την ανάδειξη της αξίας της ενέργειας κάθε ώρα ώστε οι ενδιαφερόμενοι να λαμβάνουν τα σωστά σήματα σε ποια τεχνολογία και πού αξίζει να επενδύσουν. Η ΕΛΕΤΑΕΝ θεωρεί θετικό ότι το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ περιλαμβάνει στα μέτρα πολιτικής αυτή τη μεταρρύθμιση και καλεί για την επιτάχυνσή της.
Προκειμένου όμως να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για τους Έλληνες καταναλωτές, απαιτούνται επιπλέον:
- σημαντική αύξηση της αναλογίας των αιολικών πάρκων στο μείγμα τεχνολογιών σε σχέση με αυτό που περιλαμβάνει το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ,
- κατά προτεραιότητα υλοποίηση των πιο αποδοτικών έργων, δηλαδή αυτών που χωροθετούνται σε περιοχές με υψηλότερο αιολικό δυναμικό και παράγουν έτσι περισσότερο και φθηνότερο ηλεκτρισμό.
Ο στόχος για τα χερσαία αιολικά πάρκα το 2030 έχει αυξηθεί σε σχέση με το σενάριο που είχε παρουσιαστεί από το ΥΠΕΝ τον Οκτώβριο 2023 και αξιολογείται θετικά. Όμως αυτή η βελτίωση δεν προβλέπεται για μετά το 2030 και έτσι η αναλογία τεχνολογιών γίνεται δυσμενέστερη. Χρειάζεται λοιπόν περισσότερη αιολική ενέργεια για να επανέλθει σε ισορροπία το μείγμα τεχνολογιών. Η αποκατάσταση της ισορροπίας θα οδηγήσει σε:
- μείωση των περικοπών ενέργειας,
- μεγαλύτερη και ταχύτερη μείωση του κόστους ενέργειας για τους καταναλωτές και
- αύξηση των εξαγωγών πράσινης ενέργειας.