Σε έντονο ύφος απάντησε ο Επίτροπος για τη Διεύρυνση της ΕΕ στις παραβιάσεις και τις αμφισβητήσεις της Τουρκίας στα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών της ΕΕ. Ο Όλιβερ Βαρέλι κατά την τοποθέτησή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την έκθεση της Κομισιόν για την διεύρυνση ανέφερε ότι:
«Παρά την προσφορά της ΕΕ για εποικοδομητική δέσμευση με την Τουρκία, οι εντάσεις με μερικά κράτη-μέλη αυξήθηκαν ξανά το 2022. Τον Ιούνιο του 2022 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέφρασε βαθιά ανησυχία για τις πρόσφατα επαναλαμβανόμενες ενέργειες και δηλώσεις από την Τουρκία».
Επανέλαβε ότι η Τουρκία πρέπει να σέβεται την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα όλων των κρατών μελών και έδωσε έμφαση στο ότι «το ευρωπαϊκό συμβούλιο αναμένει από την Τουρκία να σέβεται πλήρως το διεθνές δίκαιο, να αποκλιμακώσει τις εντάσεις προς το συμφέρον της περιφερειακής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, να προωθεί τις σχέσεις καλής γειτονίας με βιώσιμο τρόπο» τόνισε ο κ. Βαρέλι.

Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας σε αντίθεση με την ΕΕ
Παράλληλα, προσέθεσε ότι «η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας εξακολούθησε να είναι σε αντίθεση με τις προτεραιότητες της ΕΕ κυρίως λόγω των παρεμβάσεών της και της στήριξής στρατιωτικών δράσεων σε περιφερειακές συγκρούσεις και τη μη ευθυγράμμισή της με τα περιοριστικά μέτρα κατά της Ρωσίας και την ενίσχυση των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων με την Ρωσία».
Ο αρμόδιος Επίτροπος σημείωσε ότι «από την άλλη πλευρά η αξιολόγηση της Επιτροπής, επιβεβαίωσε επίσης ότι η Τουρκία παραμένει εταίρος κλειδί για την ΕΕ και μία υποψήφια προς ένταξη χώρα. Η ΕΕ συνεχίζει να έχει στρατηγικό συμφέρον για μία σταθερό και ασφαλές περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ανάπτυξη μία σχέσης συνεργασίας και αμοιβαίας επωφελούς σχέσης με την Τουρκία».
Ο Όλιβερ Βαρέλι υπογράμμισε ότι σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία παραμένουν με τέλμα και ότι η Άγκυρα δεν έχει αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα αναφορικά με τις σχέσεις της με την ΕΕ.
Καταπέλτης η έκθεση προόδου της ΕΕ
Καταπέλτης κατά της Τουρκίας για τη στάση της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου είναι η έκθεση προόδου της ΕΕ για την γείτονα που αφορά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της.
Στο κείμενο της ΕΕ σημειώνεται η επιδείνωση στις σχέσεις της Άγκυρας με τις Βρυξέλλες, καθώς και οι απειλές που εξαπολύονται εναντίον της Ελλάδας.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται: «Μετά από κάποιες θετικές εξελίξεις το 2021, οι σχέσεις με την ΕΕ επιδεινώθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2022, λόγω επανειλημμένων παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά στο Αιγαίο και απειλητικών τουρκικών δηλώσεων σχετικά με την κυριαρχία των ελληνικών νησιών και κατά της Κύπρου.
Επιπλέον, η Τουρκία συνέχισε να πραγματοποιεί στρατιωτικές ασκήσεις στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου και τουρκικά πολεμικά πλοία παρεμπόδισαν παράνομα τις ερευνητικές δραστηριότητες στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ).
Καταδίκη για τα Βαρώσια
Παρά τη διεθνή καταδίκη, η Τουρκία συνέχισε το σχέδιό της να ανοίξει την περίκλειστη περιοχή των Βαρωσίων. Οι εντάσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο δεν ευνοούσαν τις σχέσεις καλής γειτονίας και υπονόμευσαν την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια».
Προσθέτει δε ότι «η ΕΕ, πιο πρόσφατα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου 2022, έχει επανειλημμένα προτρέψει την Τουρκία να αποφύγει κάθε είδους απειλή, να δημιουργήσει οποιαδήποτε πηγή τριβής ή να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που βλάπτει τις σχέσεις καλής γειτονίας και την ειρηνική επίλυση διαφορών».
Στην έκθεση σημειώνονται σοβαρότατες ενστάσεις για την εσωτερική κατάσταση στη Τουρκία. Σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι τα τελευταία χρόνια «η τουρκική κυβέρνηση δεν έχει αντιστρέψει την αρνητική τάση σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις, παρά την επανειλημμένη δέσμευσή της για ένταξη στην ΕΕ».
«Οι σοβαρές ανησυχίες της ΕΕ σχετικά με τη συνεχιζόμενη επιδείνωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης δεν έχουν αντιμετωπιστεί. Υπήρξε περαιτέρω οπισθοδρόμηση σε πολλούς τομείς. Αυξήθηκαν οι ανησυχίες για την οικονομική διακυβέρνηση και την καλή λειτουργία της οικονομίας της αγοράς», όπως τονίζεται.