Εντείνονται οι συζητήσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για το πως θα διαμορφωθεί το τοπίο στη μετά – brexit εποχή, τις συνέπειες σε μια σειρά κλάδους, όπως το επιχειρείν και τη μετακίνηση εργαζομένων από και προς Βρετανία.
Ενδεικτικά, ο υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπόρις Τζόνσον, κατά τη διήμερη επίσκεψή του, 6 και 7 Απριλίου, στην Αθήνα, σημείωνε ότι περίπου 50.000 Έλληνες πολίτες ζουν αυτή τη στιγμή στη Βρετανία, περιλαμβανομένων 12.000 φοιτητών, και «είναι ευπρόσδεκτοι» εκεί.
Απέφυγε, ωστόσο, να δεσμευτεί ότι η συμφωνία για το Brexit θα προβλέπει μεταβατική «περίοδο εφαρμογής», κατά την οποία θα επιτρέπεται σταθερά η ελεύθερη είσοδος κοινοτικών εργαζομένων και σπουδαστών στη Βρετανία, σενάριο που άφησε ανοιχτό την Τετάρτη η πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι.
Ο Ελληνας ομόλογός του Ν. Κοτζιάς, δήλωνε από την πλευρά του μετά τη συνάντησή τους: «Η Ελλάδα ενδιαφέρεται για τρία πράγματα: για την αποτροπή αρνητικών δημοσιονομικών επιπτώσεων από το Brexit, για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των Ελλήνων εργαζομένων και φοιτητών στο Ηνωμένο Βασίλειο -όπως και το αντίστοιχο των Βρετανών που ζουν στην Ελλάδα και είναι γύρω στους 45.000 – και δεν θέλουμε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριό μας, σε αγαθά και στις υπηρεσίες, αλλά και στον τουρισμό, αφού με τόση χαρά φιλοξενούμε κάθε χρόνο εκατομμύρια Βρετανούς».
Θυμίζουμε, εξάλλου, ότι στο ΥΠΕΞ έχει συσταθεί Ομάδα Εργασίας με αντικείμενο τη μελέτη και προετοιμασία ενόψει επιπτώσεων του Brexit «σε νευραλγικά ζητήματα που αφορούν την ελληνική οικονομία. Για παράδειγμα, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις του Brexit στον τομέα του τουρισμού λόγω της διολίσθησης της αξίας της βρετανικής λίρας, καθώς και στη ζωή των Ελλήνων πολιτών που διαμένουν και εργάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Με αφορμή εξάλλου το Brexit, διπλωμάτες στην Αθήνα έχουν επισημάνει εδώ και κάποιο διάστημα ότι «η Ευρώπη βρίσκεται ενώπιον τεράστιων και πρωτόγνωρων προκλήσεων. Η οικονομική κρίση, το Προσφυγικό, η έξαρση της τρομοκρατίας, οι πολλαπλές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και οι φυγόκεντρες τάσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της απειλούν, για πρώτη φορά στην ιστορία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, την ευημερία, συνοχή και της EΕ».
Ο ίδιοι παράγοντες εκτιμούσαν ότι το Brexit «θα έχει τεράστιες επιπτώσεις σε όλες τις λειτουργίες της ΕΕ, αλλά και σε καθεμία χώρα ξεχωριστά, τόσο ως προς τις χώρες που η Βρετανία έχει άμεση διασύνδεση, όπως Μάλτα, Κύπρος, Ιρλανδία, όσο και ως προς τις γειτονικές της χώρες, καθώς και με κάθε μέλος ξεχωριστά.
Είναι βέβαιο, επίσης, ότι από την αποχώρηση της Βρετανίας θα επηρεαστούν οι εσωτερικοί συσχετισμοί (γαλλογερμανικός άξονας, ανατολικό μπλοκ, χώρες Βορρά – Νότου, ατλαντικό μπλοκ, ομάδα φιλελεύθερων χωρών) που επηρεάζουν την πορεία και πολιτική της ΕΕ σε σειρά θεμάτων», ενώ όπως σημείωναν: «Προφανώς, θα επηρεαστεί και το σύστημα λήψης αποφάσεων, καθώς θα πρέπει να εξευρεθεί μια νέα ισορροπία/συμφωνία ως προς τη νέα στάθμιση ψήφων μετά την έξοδο της Βρετανίας».
Ακόμα, σημείωναν τις ανησυχίες τους «για τις επιπτώσεις της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στον προϋπολογισμό της ΕΕ, καθώς η Βρετανία, που συνεισφέρει καθαρά στον προϋπολογισμό, καταβάλλει περίπου 11,5 δισ. ευρώ (2014) και είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν ζητήματα ως προς τα κοινοτικά προγράμματα και κονδύλια», αλλά και για τομείς όπως «η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και η Πολιτική Αμυνας (ΚΕΠΠΑ) και οι σχέσεις ΝΑΤΟ και ΕΕ, αλλά και τομείς όπως η Διεύρυνση, δεδομένου ότι αποχωρεί μια δύναμη η οποία τηρούσε μια συγκεκριμένη στάση στα θέματα διεύρυνσης τόσο ως προς τα Βαλκάνια όσο και ως προς την Τουρκία».
Την ίδια ώρα, και σε ένα πιο άμεσα αντιληπτό αντίκτυπο, επιχειρήσεις που διατηρούσαν πριν την έδρα τους στο city του Λονδίνου ή άλλες βρετανικές μεγαλουπόλεις, αναζητούν τώρα νέα έδρα.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η βρετανική εταιρεία συμβούλων κτηματομεσιτικού τομέα Savills, σχετικά με τις ευρωπαϊκές πόλεις που πληρούν τις περισσότερες προϋποθέσεις προσέλκυσης επιχειρήσεων (ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού τομέα) ως εναλλακτικό προορισμό του Λονδίνου, μετά την πιθανή ολοκλήρωση του brexit, πρώτες στις επιλογές των εν λόγω επιχειρήσεων έρχονται Άμστερνταμ, Δουβλίνο και Μαδρίτη.
Τα κριτήρια που ελήφθησαν υπόψη, είναι μεταξύ άλλων οι φορολογικές επιβαρύνσεις, το κόστος ακινήτων, η ποιότητα του ανθρωπίνου δυναμικού, το μέγεθος της τοπικής οικονομίας και οι συνθήκες επιχειρείν.