Αρχική Ειδήσεις Πως ο περιβαλλοντικός «πλούτος» της χώρας δίνει «ανάσα» στην οικονομία

Πως ο περιβαλλοντικός «πλούτος» της χώρας δίνει «ανάσα» στην οικονομία

0
Διαφήμιση

Η προστασία του περιβάλλοντος και ο φυσικός πλούτος της Ελλάδας υπολογίζονται όλο και περισσότερο ως σημαντικοί παράγοντες ανάπτυξης από την τοπική αυτοδιοίκηση, τον επιχειρηματικό κόσμο, τόσο στον τουρισμό, όσο και στην αγροτική παραγωγή, όχι μόνο εξαιτίας της οικολογικής ανάγκης, αλλά και ως απαραίτητοι πυλώνες στην κατεύθυνση μιας βιώσιμης οικονομίας.

Με αυτές τις διαπιστώσεις έκλεισε η ημερίδα «Για μια ζωντανή ελληνική οικονομία» που διοργάνωσε η οργάνωση WWF Ελλάς. Η πλήρης ανατροπή του τρόπου λειτουργίας του τουριστικού τομέα, σε σχέση με τη δεκαετία του ’90, οδήγησε τους ταξιδιωτικούς πράκτορες να αλλάξουν το μοντέλο που οι ίδιοι δημιούργησαν, επισήμανε ο Πάρις Τσάρτας, καθηγητής Τουριστικής Ανάπτυξης του Πανεπιστήμιου του Αιγαίου.

Πέρασαν τα χρόνια που κυρίαρχος ήταν ο μαζικός τουρισμός, πια το 60-70% των επισκεπτών στη χώρα μας αναζητούν παράλληλες δραστηριότητες, όπως πεζοπορία, ιστιοπλοΐα, παρατήρηση πουλιών, εξερεύνηση της φύσης κ.ά., ανέφερε ο κ. Τσάρτας.

«Ο αυτονομημένος τουρίστας που επιλέγει και οργανώνει το ταξίδι του μέσω ίντερνετ, ενώ είναι περιβαλλοντικά υποψιασμένος με άποψη και θέση αποτελεί το νέο μοντέλο, και όσοι ασχολούνται με τον τουρισμό το έχουν αντιληφθεί και εκμεταλλευτεί» προσέθεσε.

Το παραπάνω αποτελεί παράδειγμα ζωντανής οικονομίας, αφού συντελείται επίσης η λειτουργική διασύνδεση του τουρισμού με τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας, ενώ οι εναλλακτικές μορφές τουρισμού, ο οικο-και αγροτο-τουρισμός αφήνουν περισσότερα χρήματα σε σχέση με τον κλασσικό τουρίστα στην τοπική κοινωνία.

Ο πρωτογενής τομέας στην Ελλάδα επλήγη λιγότερο από την κρίση σε σχέση με τα υπόλοιπα παραγωγικά σύνολα, υποστήριξε ο Γιώργος Βλάχος, επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου. Για την ακρίβεια, η ψαλίδα μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών μειώθηκε, όταν στις πρώτες σημειώνονται οι μεγαλύτεροι αριθμοί σε ανεργία και φτώχεια, ενώ στις αγροτικές το επίπεδο ζωής, που ήδη ήταν πολύ χαμηλό, έμεινε σχεδόν στάσιμο.

Ο πρωτογενής τομέας απέδειξε μεγάλη προσαρμοστικότητα και ανθεκτικότητα, ίσως γιατί είχε περάσει κρίσεις και στο παρελθόν, όπως με τις δραστικές αλλαγές στην κοινή αγροτική παραγωγή ή κρούσματα όπως των «τρελών αγελάδων». Η φέτα, τα κρασιά, τα όσπρια, τα ροδάκινα, το ελαιόλαδο, οι ελιές, οι σταφίδες, το γιαούρτι αποτελούν προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας και βρίσκονται σε άνθιση.

Ο κ. Βλάχος περιέγραψε τη μακρά παράδοση δημόσιας παρέμβασης στην αγροτική οικονομία και τάχθηκε κατά των διαχωρισμένων περιοχών, όπως άλλη να προορίζεται για γεωργία, άλλη για αναψυχή, άλλη για φυσιολατρία, προτάσσοντας την ενσωμάτωση των χρήσεων γης με στροφή προς ένα φιλοπεριβαλλοντικό σύστημα παραγωγής.

Η περιβαλλοντική καταστροφή που έχει συντελεστεί στη Δυτική Μακεδονία από τους έξι σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και της εξόρυξης λιγνίτη παρουσιάστηκε από τον δήμαρχο Κοζάνης Λευτέρη Ιωαννίδη. Κάθε χρόνο εξορύσσονται 55 εκατομμύρια τόνοι λιγνίτη, γίνεται απόθεσης τέφρας 7 εκατομμυρίων τόνων, ενώ κάθε ώρα 2-12 τόνοι ιπτάμενης τέφρας εκπέμπονται στον αέρα.

Οι κοινωνικές επιπτώσεις από τις οχτώ μέχρι τώρα αναγκαστικές μετεγκαταστάσεις οικισμών είναι ανυπολόγιστες, λόγω της εξόρυξης και της άντλησης τα υπόγεια ύδατα και οι λίμνες στερεύουν και η συχνότητα αναπνευστικών νοσημάτων είναι η μεγαλύτερη στην Ελλάδα.

Η Δυτική Μακεδονία παραμένει η περιοχή της χώρας με τη μικρότερη επισκεψιμότητα, παρότι έχει τα περισσότερα επιφανειακά νερά, με εφτά λίμνες, ποτάμια, παρθένα δάση, πλούσια ιστορία και βιοποικιλότητα, τόνισε ο κ. Ιωαννίδης.

Η βιομηχανική ανάπτυξη περιόρισε κάθε άλλη δραστηριότητα στην περιοχή, «έδρασε σαν μανιτάρι που απορρόφησε τις υπόλοιπες δημιουργίες» υπογράμμισε. Χρειάζεται ένα πράσινο αναπτυξιακό σχέδιο 20ετίας για τη μετάβαση στη «μετά λιγνίτη εποχή», λαμβάνοντας υπόψη την τόνωση της περιοχής, καθότι η Δυτική Μακεδονία έρχεται πρώτη στην ανεργία νέων στην Ευρώπη (70%) και την ενεργειακή φτώχεια, αφού είναι η πιο κρύα περιοχή στην Ελλάδα.

«Επί δεκαετίες, οι σύγχρονες οικονομίες οικοδομούνται σε πρότυπα που αγνοούν τη φυσική βάση των μεθόδων παραγωγής και κατανάλωσης και οδηγούν σε συσσωρευμένα ελλείμματα, τόσο οικονομικά όσο και οικολογικά, σχολίασε ο διευθυντής της WWF Ελλάς, Δημήτρης Καράβελλας και πρόσθεσε πως είναι ανάγκη να στοχαστούμε το κυρίαρχο αναπτυξιακό πρότυπο, που έχει οδηγήσει το φυσικό μας κεφάλαιο, τις κοινωνίες και τις οικονομίες σε αυτήν την παγκόσμια κρίση.

Διαφήμιση