Αρχική Ειδήσεις Οι αρνητικές επιδράσεις παραγωγής του μεθανίου

Οι αρνητικές επιδράσεις παραγωγής του μεθανίου

0
Διαφήμιση

Σύμφωνα με στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στο Λάος από μια γαλλική ομάδα που μελετά τις εκπομπές μεθανίου σε μεγάλα φράγματα παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας χτισμένα στις τροπικές περιοχές, επιβεβαιώνεται ότι τα φράγματα παραγωγής μεθανίου ενισχύουν την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Ήδη από το 2007, ερευνητές στο Εθνικό Ινστιτούτο της Βραζιλίας για τη Διαστημική Έρευνα υπολογίζουν ότι τα μεγαλύτερα φράγματα του κόσμου που εκπέμπουν 104 εκατομμύρια τόνους μεθανίου ετησίως έχουν συμβάλει κατά 4% στην κλιματική αλλαγή. Δεδομένου ότι εδώ και 20 χρόνια το μεθάνιο έχει επίδραση 84 φορές περισσότερο από το διοξείδιο του άνθρακα, τίθεται σοβαρό ζήτημα για βραχυπρόθεσμη απειλή με κίνδυνο την αύξηση των θερμοκρασιών κατά 2˚C.

Παρά τις προειδοποιήσεις ότι τα μεγάλα φράγματα παραγωγής μεθανίου στις τροπικές περιοχές ενισχύουν την κλιματική αλλαγή, οι κυβερνήσεις συνεχίζουν τις κατασκευές αυτών των φραγμάτων, ενώ συχνά ισχυρίζονται ότι τα μεγάλα φράγματα ισούνται με την καθαρή ενέργεια. Πάντως, νέα έρευνα δείχνει ότι οι εκπομπές μεθανίου είναι πιθανότατα ακόμη χειρότερες απ’ ότι είχαν αρχικά υπολογιστεί.

Σε μια προσπάθεια να ανακαλυφθούν ποιοι μπορεί να είναι οι κίνδυνοι και τα οφέλη των μεγάλων φραγμάτων μεθανίου στις τροπικές περιοχές, μια γαλλική ομάδα από το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS), μελέτησε τη δεξαμενή Nam Theun 2 στο Λάος – το μεγαλύτερο στη Νοτιοανατολική Ασία.

Η μέτρηση του μεθανίου που παράγεται είναι το δύσκολο κομμάτι για τους επιστήμονες, καθώς φτάνουν στην ατμόσφαιρα με τρεις τρόπους. Ένας τρόπος είναι να διαλύεται στο νερό και να φθάνει στην ατμόσφαιρα με τη διάχυση, άλλος περνά διαμέσου μέσω μηχανημάτων ώστε να απελευθερωθεί και ο τρίτος τρόπος είναι να δημιουργούνται φυσαλίδες μεθανίου που προέρχονται από την επιφάνεια και πηγαίνουν κατ ‘ευθείαν στην ατμόσφαιρα. Αυτές οι τελευταίες εκπομπές αερίων είναι το δύσκολο κομμάτι για να μετρηθεί αλλά η επιστημονική ομάδα έχει αναπτύξει αυτόματες συσκευές μέτρησης που λειτουργούν 24 ώρες την ημέρα.

Επιγραμματικά, το μεθάνιο είναι μια οργανική χημική ένωση και αποτελεί το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου (70-90%). Η σχετική αφθονία του, η μεγάλη ενεργειακή του απόδοση, η «καθαρή» καύση του και η χαμηλή του τιμή, το κάνουν ένα πολύ ελκυστικό καύσιμο, ιδιαίτερα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και οικιακής θέρμανσης.

Το μεθάνιο, μαζί με το υπόλοιπο φυσικό αέριο, συνήθως παγιδεύεται με φυσικό τρόπο κάτω από το έδαφος, αν και μερικές φορές βρίσκει τον τρόπο να φθάνει ως την επιφάνεια και την ατμόσφαιρα, όπου είναι γνωστό ως «ατμοσφαιρικό μεθάνιο». Το ατμοσφαιρικό είναι ένα ισχυρό αέριο θερμοκηπίου, με το σχετικά μεγαλοδυναμικό παγκόσμιας θέρμανσης 72 (υπολογισμένο σε μέσο όρο 20 ετών) ή 25 (υπολογισμένο σε μέσο όρο 100 ετών), πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του διοξειδίου του άνθρακα, που είναι το πιο γνωστό αέριο θερμοκηπίου.

Κατά τη διάρκεια της καυτής ξηρής περιόδου, από τα μέσα Φεβρουαρίου έως τα μέσα Ιουνίου, οι εκπομπές μεθανίου φθάνουν στο μέγιστο τους, επειδή τα επίπεδα του νερού χαμηλά. Με τη βοήθεια ενός στατιστικού μοντέλου, μέρα με την ημέρα τα δεδομένα που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική πίεση και τη στάθμη νερού χρησιμοποιήθηκαν από τους ερευνητές για την ανοικοδόμηση των εκπομπών μέσω του βρασμού για τέσσερα συνεχόμενα χρόνια (2009-2013).

Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τις μελέτες τόνισαν αφενός τη σημασία που έχουν οι συνεχείς μετρήσεις ροής μεθανίου, αφετέρου έδειξαν ότι η διαδικασία βρασμού – και ως εκ τούτου, η ποσότητα του μεθανίου που εκπέμπεται από τις δεξαμενές, από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους – έχουν μέχρι σήμερα υποτιμηθεί.

Για τους ερευνητές, το επόμενο στάδιο θα είναι να ποσοτικοποιηθεί η διάχυση των εκπομπών στην επιφάνεια της δεξαμενής. Αυτό θα τους επιτρέψει να ολοκληρώσουν την αξιολόγηση των εκπομπών μεθανίου, και να αξιολογήσουν περαιτέρω την επιρροή των εκπομπών μεθανίου στο παγκόσμιο φαινόμενο του θερμοκηπίου.

Επιμέλεια: Δήμητρα Αιγινίτη

Διαφήμιση