Αρχική Ειδήσεις ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ & Β-MOVIES – Μια ματιά σαν φωτιά στο λιμάνι

ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ & Β-MOVIES – Μια ματιά σαν φωτιά στο λιμάνι

0
Διαφήμιση

Πριν χρόνια, μου την είχε βαρέσει να δω μια συναυλία απ’ τα βραχάκια του Λυκαβηττού. Είχα διαβάσει τις κλασικές διηγήσεις ∙ για να μην πληρώσουν εισιτήριο, ανεβαίνανε στην πλαγιά και κάνανε τους Απάτσι. Όταν ανέβηκα εγώ πάντως, διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα να δω τίποτα. Τουλάχιστον εδώ, στον πάγκο-φράχτη έξω από το Stage, έχω καλή ορατότητα της σκηνής. Και δεν γλιστράω και πουθενά.

του Αλέξανδρου Τσαντίλα

Έχω αργήσει και φλερτάρω με την ιδέα να παρακολουθήσω όλη τη συναυλία απ’ έξω ∙ ο ήχος είναι απλά τέλειος, άκουγα τη μπάντα να παίζει ενάμιση τετράγωνο πιο κάτω όταν πάρκαρα το αμάξι. Δεν την άκουγα απλά, την άκουγα πεντακάθαρα. Απέχω καμιά εικοσαριά μέτρα από τη σκηνή ∙ σηκώνω να κάνω νόημα στην σερβιτόρα, αλλά ευτυχώς το ξανασκέφτομαι πριν με δει. Η είσοδος είναι έτσι κι αλλιώς φθηνή, και το όρθιο, εξάλλου, ήταν έτσι κι αλλιώς δεδομένο από πριν. Τζάμπα η εξορία. Παρίας λόγω τσιγκουνιάς; Απαράδεκτο μόνο και μόνο σαν σκέψη.

Οκτώ ευρώ μετά μπαίνω στον περίγυρο ∙ σ’ έναν από τους πάγκους ξεχωρίζω έναν φίλο. Έχω να τον δω τρία χρόνια, απ’ όταν παντρεύτηκε. Κάθεται με παρέα που φατσικά δεν μου λέει τίποτα. Αγένεια να προσπεράσω χωρίς ένα γεια. Τον χτυπάω στον ώμο: «Έλα ρε, που βρέθηκες εδώ; Τι κάνεις;» μου λέει. «Απόψε; Τον δημοσιογράφο», απαντάω. Κοιταζόμαστε για μερικά δευτερόλεπτα χωρίς να μιλάμε. Μετά, βάζουμε και οι δύο τα γέλια. Χαιρετιόμαστε και χώνομαι μέσα στον κόσμο.

Πίτα το μέρος, και μπροστά από τη σκηνή, και στον πάνω εξώστη. Η φάση με τα τραπεζάκια μπροστά από τη σκηνή με παραπέμπει σε πιο κυριλέ μαγαζιά. Δεν κάνω λάθος, το κοινό έχει απ’ όλα: Από εναλλακτικάριους – λογικό, δεδομένου ότι σπόνσορας είναι ο 105.5 Στο Κόκκινο – μέχρι καλοντυμένους (για καλοκαίρι) -αντάρηδες. Μάλλον ήρθαν περιμένοντας ν’ ακούσουν κομμάτια από τα Ξύλινα Σπαθιά. Ή γενικά ήρθαν έτσι. Ή και τα δυο, δεν μπορώ να ξέρω. Ο φωτισμός εναλλάσσεται από απαλό μωβ σε πιο ηλεκτρισμένο μπλε ∙ το μέσα μπαρ είναι απλά απρόσιτο. Ορθοστασία και ξηρασία, κάτι από τα δύο πρέπει να το γλιτώσω ∙ μια σερβιτόρα, κινούμενη ταχύτατα και περιστροφικά, συνδυάζει την ισορρόπηση υαλικών με την παράδοση των Μπολσόι. Μάλλον θα παραγγείλω από το έξω μπαρ. Πιο μετά όμως, γιατί τώρα προέχει κάτι άλλο.

Προέχει τ’ ότι ο Παυλίδης και οι B-Movies παίζουν εξαιρετικά.

Το ραδιοφωνικό σποτάκι έλεγε ότι θα παρουσιάσουν τον νέο τους δίσκο, «Ιστορίες Που Ίσως Έχουν Συμβεί». Τον άκουσα, δεν είναι καθόλου άσχημη δουλειά ∙ η κληρονομιά των Σπαθιών, ωστόσο, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, είναι βαριά. Στη σκηνή, η εναλλαγή των κομματιών είναι η αναμενόμενη: Τα γκάζια και ο ηλεκτρισμός αυξομειώνονται, τα κομμάτια του νέου δίσκου διαδέχονται τα πιο παλιά, τόσο από B-Movies όσο και από Ξύλινα Σπαθιά, η lead κιθάρα βγάζει μία γλυκιά μελαγχολία με τα πλήκτρα πιο πολύ στο παρασκήνιο, το μπασοτύμπανο σταθερότατο, ρυθμικότατο αλλά όχι εκκωφαντικό, η ρυθμική κιθάρα ακούγεται όσο πρέπει και η φωνή κρύσταλλο καθ’ όλο το λάιβ. Τα τραπεζάκια μάλλον χλιαρά στις αντιδράσεις τους, τα πλαϊνά και ο εξώστης όμως χορεύουν και τραγουδούν ασταμάτητα. Σε μια παρέα, που την έχω πλάτη, ένας πιτσιρικάς με το που μπαίνει κάθε κομμάτι αναφωνεί «Τώρα είν’ τα ωραία, τώρα είν’ τα ωραία». Θα συμφωνήσω μαζί του ∙ μέχρι στιγμής, μήτε άκουσα μήτε είδα κάτι που να μην είναι ωραίο.

Κάποια στιγμή, μεταξύ κομματιών, κάποιος πλησιάζει και ψιθυρίζει κάτι στο αυτί του Παυλίδη ∙ λέει μετά εκείνος, στο μικρόφωνο, «Απ’ ότι φαίνεται, όποιος θέλει να σερβιριστεί θα πρέπει να πηγαίνει μόνος του στο μπαρ. Ήρθαν και πήραν τις σερβιτόρες στο αυτόφωρο». Πίνει μια γουλιά ουίσκι (ή, τουλάχιστον, έμοιαζε με ουίσκι): «Είναι κι αυτή μία προσφορά στην πολιτιστική ζωή του τόπου». Αφιέρωσε στις σερβιτόρες το Τόσο Κοντά, απ’ το νέο δίσκο. Και δεύτερη αφιέρωση το αμέσως επόμενο, το Θα’ ρθει μια Μέρα. Κι αυτό από το νέο δίσκο. Το Στοιχειωμένο Σπίτι εκτελείται άψογα. Ο Βροχοποιός και η Λευκή Καταιγίδα, επίσης.

Δεύτερο πέσιμο στις μία παρά. Κιθάρα, μπάσο, τύμπανα αποσύρονται από τη σκηνή και μένουν μόνο ο Παυλίδης και ο πληκτράς. Οι γυάλινες πόρτες κλείνουν ∙ οι Προστάτες της Κοινής Ησυχίας παρκαρισμένοι έξω από το μαγαζί. Απτόητοι, συνεχίζουν να παίζουν, μόνο φωνή και πλήκτρα. Όχι για πολύ. Η υπόλοιπη μπάντα επιστρέφει με το Φωτιά στο Λιμάνι. Κι ακολουθεί το Ατλαντίς. Κι άλλα από Σπαθιά. Μπάντα και κοινό αποφασισμένοι να πάρουν το αίμα τους πίσω, να μην επιτρέψουν σε κανένα να τους το χαλάσει. Όποιος φοβάται πέφτει και κοιμάται, λέει ένα γνωμικό. Δεν βλέπω πάντως κανένα να νυστάζει.

Η αϋπνία διαρκεί για παραπάνω από μισάωρο. Κοιτάζω το κινητό να δω την ώρα και συνειδητοποιώ ότι έχει περάσει ένα τρίωρο ∙ κι είχαν ήδη ξεκινήσει να παίζουν πριν έρθω. Πολλοί αρνούνται να δεχτούν το αναπόφευκτο μέχρι αυτό να είναι οριστικό. Και αμετάκλητο. Η πλατεία απέναντι έχει αδειάσει. Οι λάμπες από τα μαγαζιά αποκαΐδια στο λιμάνι. Στο βυθό, αμάξια κινούν για άφτερ. Τουλάχιστον δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρω που έχω παρκάρει.

Διαφήμιση