Αρχική Διάστημα Ένας αστεροειδής σήμερα στη “γειτονιά” μας

Ένας αστεροειδής σήμερα στη “γειτονιά” μας

0
Διαφήμιση

Άρθρο του Διονύσιο Π. Σιμόπουλου, Διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου

Σήμερα Παρασκευή, 31 Μαίου, περνάει από την γειτονιά μας ένας αρκετά μεγάλος αστεροειδής 2,7 χιλιομέτρων (1998 QE2). Επειδή ορισμένα ΜΜΕ αναφέρουν ότι το προσπέρασμα θα γίνει “σε απόσταση αναπνοής” νομίζουμε ότι είναι καλό να ξεκαθαρίσουμε πως η απόσταση αυτή είναι 15 φορές η απόσταση Γης-Σελήνης, δηλαδή 5,8 εκατομμυρίων χιλιομέτρων! Δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να μας ενοχλήσει στο ελάχιστο. Με την ευκαιρία ας αναφέρουμε, όμως, ορισμένα στοιχεία που ίσως να σας ενδιαφέρουν:

Σε Τροχιά Σύγκρουσης

Στις 13 Ιανουαρίου 2010 ένας διαστημικός βράχος στο μέγεθος μιας πολυκατοικίας πέρασε από τη Γη μας σε απόσταση 120.000 χιλιομέτρων, ενώ ακόμη πιο πρόσφατα, στις 15 του περασμένου Φεβρουαρίου, ένας άλλος αστεροειδής με διάμετρο 45 μέτρων είχε περάσει σε απόσταση 27.000 χιλιομέτρων. Ήταν την ίδια ημέρα που ένας μικρότερος αστεροειδής 17 μέτρων είχε διαλυθεί στην ατμόσφαιρα πάνω από τη Σιβηρία, τραυματίζοντας μερικές εκατοντάδες άτομα. Γεγονός πάντως είναι ότι πάνω από 100 τόνοι εξωγήινων αντικειμένων πέφτουν καθημερινά πάνω στη Γη χωρίς τις περισσότερες φορές να το αντιλαμβανόμαστε αφού το 70% της γήινης επιφάνειας καλύπτεται από θάλασσες και ωκεανούς.

Αν και τέτοιου είδους προσπεράσματα είναι κάτι το συνηθισμένο, εφ’ όσον υπάρχουν περίπου δύο εκατομμύρια παρόμοιοι διαστημικοί επιδρομείς που δυνητικά θα μπορούσαν να συγκρουστούν με τον πλανήτη μας, αφού οι διαστημικοί αυτοί βράχοι προσπερνάνε τη Γη κατά μέσον όρο μία φορά κάθε βδομάδα. Οι αποστάσεις των προσπερασμάτων, όμως, αυτών δεν προμηνύουν κανένα κίνδυνο για τον πλανήτη του ανθρώπου. Θα μπορούσατε φυσικά να αναρωτηθείτε: «Τι γίνεται αν…;».

Όπως είπαμε, λοιπόν, καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από μικροσκοπικά διαστημικά συντρίμμια, που σχηματίζουν τις βροχές των διαττόντων, τα γνωστά μας πεφταστέρια, τα οποία όμως εξαερώνονται κατά την είσοδό τους στη γήινη ατμόσφαιρα προτού πέσουν στο έδαφος. Μεγαλύτεροι αστεροειδείς, διαμέτρου 5-10 μέτρων, εισέρχονται στη γήινη ατμόσφαιρα με συχνότητα ενός τέτοιου αντικειμένου το χρόνο, και σε γενικές γραμμές η συχνότητα σύγκρουσης ενός αστεροειδούς με τη Γη είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μέγεθός του. Για παράδειγμα, ένας αστεροειδής με διάμετρο 1 έως 2 χλμ. συγκρούεται με τον πλανήτη μας κατά μέσο όρο μία φορά κάθε ένα εκατομμύριο έτη, περίπου. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η εξαφάνιση των δεινοσαύρων πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια οφείλεται –σύμφωνα με πολλούς επιστήμονες- στην πτώση ενός γιγάντιου αστεροειδούς διαμέτρου περίπου 10 χιλιομέτρων (μεγαλύτερου από το Έβερεστ) στη χερσόνησο Γιουκατάν, στο σημερινό Μεξικό. Τέτοιου είδους προσκρούσεις είναι ευτυχώς εξαιρετικά σπάνιες και συμβαίνουν μια φορά κάθε 100 εκατ. χρόνια περίπου.

Η γήινη ατμόσφαιρα φυσικά μπορεί να μας προστατέψει αρκετά από την εισβολή αντικειμένων με διάμετρο μέχρι 50 μέτρα. Από τους αστεροειδείς όμως που διασχίζουν την τροχιά της Γης υπάρχουν συνολικά 500.000 αντικείμενα με διάμετρο από 50 έως 100 μέτρα και άλλοι 200.000 με διάμετρο πάνω από 100 μέτρα, ενώ περίπου 500-1.000 απ’ αυτούς έχουν μέγεθος πάνω από ένα χιλιόμετρο. Είναι προφανές, με άλλα λόγια, ότι ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν για την επιβίωση του ανθρώπινου γένους αυτού του είδους οι διαστημικοί εισβολείς είναι πραγματικός. Γι’ αυτό εξάλλου και διάφορες διαστημικές υπηρεσίες και ερευνητικά κέντρα σε όλο τον κόσμο σαρώνουν συστηματικά τον έναστρο ουρανό σε μια προσπάθεια να εντοπίσουν όλα εκείνα τα «επικίνδυνα» ουράνια σώματα και να υπολογίσουν την τροχιά τους, προκειμένου να καταγράψουν εκείνα που θα αποτελέσουν κίνδυνο για το μέλλον. Γιατί, όπως είπαμε, το ερώτημα δεν είναι τόσο εάν θα χτυπηθεί στο μέλλον η Γη από κάποιον αστεροειδή, αλλά πότε.

Εάν υποθέσουμε ότι γνωρίζουμε την απάντηση στο «πότε», υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε προκειμένου να εμποδίσουμε την καταστροφή; Αρκετά σενάρια έχουν προταθεί μέχρι σήμερα από τους επιστήμονες. Σύμφωνα με ορισμένους, η παρουσία και μόνο μιας διαστημοσυσκευής σε τροχιά γύρω από κάποιον επικίνδυνο αστεροειδή αρκεί, αφού η βαρυτική της έλξη, αν και ελάχιστη, θα είναι ικανή σε βάθος χρόνου να μεταβάλλει την τροχιά του, ακριβώς όσο χρειάζεται. Άλλες, εξίσου «ήπιες» μέθοδοι μεταβολής της τροχιάς ενός αστεροειδούς περιλαμβάνουν το χρωματισμό της επιφάνειάς του με ειδική ανακλαστική ή απορροφητική μπογιά προκειμένου να μεταβάλλουν την πίεση της προσπίπτουσας ακτινοβολίας του Ήλιου, ή ακόμη και τη χρήση ειδικών κατόπτρων, τα οποία, εστιάζοντας τις ακτίνες του Ήλιου πάνω στον αστεροειδή, θα ατμοποιήσουν ποσότητα από την ύλη του. Πιο βίαιες μέθοδοι αναχαίτισης ενός αστεροειδούς περιλαμβάνουν τη χρήση πυρηνικών βομβών, με τον κίνδυνο βέβαια να τον διαμελίσουν σε πολλά μικρότερα κομμάτια, τα οποία θα βομβάρδιζαν τον πλανήτη μας με εξίσου καταστροφικά αποτελέσματα.

Άλλοι, πάλι, υποστηρίζουν ότι η πρόσκρουση στον αστεροειδή μιας διαστημοσυσκευής-βολίδας αρκεί για να μεταβάλει την τροχιά του. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται ήδη η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Διαστήματος (ESA) με την αποστολή «Δον Κιχώτης», η οποία θα αποτελείται από δυο διαστημόπλοια, το «Σάντσο» και το «Χιντάλγκο». Το «Σάντσο», που θα εκτοξευτεί πρώτο, είναι ένα τροχιακό παρατηρητήριο που θα συλλέξει όσο τον δυνατόν περισσότερες πληροφορίες για τον αστεροειδή, καθώς θα περιφέρεται γύρω του, προτού το πιο ογκώδες «Χιντάλγκο» προσκρούσει πάνω του, σε μια προσπάθεια να διαπιστωθεί εάν είναι δυνατό και κατά πόσο να μεταβληθεί η τροχιά του με αυτό τον τρόπο.

Προκειμένου όμως να στεφθεί με επιτυχία η οποιαδήποτε προσπάθεια αναχαίτισης ενός αστεροειδούς, θα πρέπει το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τον εντοπισμό του μέχρι την προβλεπόμενη σύγκρουσή του με τον πλανήτη μας να είναι αρκετά μεγάλο, ώστε να έχουμε το χρόνο να αντιδράσουμε. Κι εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα. Αφ’ ενός μεν πρέπει να υπάρχουν ακόμη και εκατοντάδες χιλιάδες μικροί αστεροειδείς σε σχετικά μικρές αποστάσεις από τη Γη, τους οποίους δεν έχουμε ακόμη εντοπίσει, ενώ από τους περίπου 1.000-1.200 αστεροειδείς με μέγεθος άνω του 1 χιλιομέτρου, που εικάζεται ότι υπάρχουν, έχουμε ανακαλύψει περίπου τους 900. Γι’ αυτό και η NASA σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το τηλεσκόπιο LSST, που κατασκευάζεται στη Χιλή, προκειμένου να εντοπίσει το 90% των επικίνδυνων για τη Γη αστεροειδών, μεγέθους άνω των 140 μέτρων. Υπολογίζεται μάλιστα ότι με την έναρξη της λειτουργίας του LSST το 2014-15 η προσπάθεια αυτή θα ολοκληρωθεί μέσε σε μια δεκαετία.

Η ανάγκη να καταγραφούν τα ουράνια αυτά σώματα είναι επιτακτική για το μέλλον της ανθρωπότητας. Γιατί έτσι θα μπορούσαμε, ίσως, να προφυλάξουμε τη Γη μας από μια καταστροφική σύγκρουση ενός αστεροειδούς ή ενός κομήτη. Στα ειδικά εργαστήρια Σάντια και Λος Αλαμος των ΗΠΑ, τα διάφορα σενάρια των ηλεκτρονικών υπολογιστών μας πληροφορούν ότι η σύγκρουση της Γης μ’ έναν αστεροειδή αρκετά μεγάλο, είτε αυτός πέσει στην ξηρά είτε στη θάλασσα, θα ήταν καταστροφική. Η πτώση στον Ατλαντικό ωκεανό ενός σχετικά μικρού αστεροειδούς, με διάμετρο 350 μέτρα, θα κατέστρεφε τελείως τις παραλίες και των δυο πλευρών του Ατλαντικού, σε βάθος δεκάδων χιλιομέτρων, με τη δημιουργία τσουνάμι ύψους περίπου 100 μέτρων. Τέτοιου είδους συγκρούσεις, όμως, συμβαίνουν μία φορά στα 100.000 χρόνια.

Διαφήμιση