Χρώματα, υφάσματα αλλά και αρώματα αποδεικνύεται πως χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες, και οι Ρωμαίοι μετέπειτα, για τα αγάλματα, αλλάζοντας τα μέχρι τώρα δεδομένα και όσα γνωρίζαμε για τις τεχνικές δημιουργίας τους.
Τα αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά αγάλματα, δεν ήθελαν να είναι μόνο όμορφα και καλοντυμένα αλλά να μυρίζουν και ωραία, οπότε, χρησιμοποιούσαν εκτός από χρωστικές ουσίες και αρωματικές.
Σύμφωνα με τη πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο Oxford Journal of Archaeology και πραγματοποιήθηκε υπό την καθοδήγηση της αρχαιολόγου Cecilie Brøns, αναδεικνύεται ένας εντελώς διαφορετικός τρόπος κατανόησης της κλασικής τέχνης, αποκαλύπτοντας πως τα γλυπτά δεν ήταν μόνο «όμορφα» και «αναπαραστατικά», αλλά και «ευωδιαστά».
Η πρακτική της αρωματοθεραπείας των αγαλμάτων είναι καταγεγραμμένη σε αρχαία κείμενα και επιγραφές, που αναφέρουν λεπτομέρειες για τη χρήση αρωμάτων στα αγάλματα θεών και επιφανών προσώπων. Για παράδειγμα, ο Ρωμαίος ρήτορας Μάρκος Τύλλιος Κικέρων αναφέρει την παράδοση να αλείφεται το άγαλμα της θεάς Αρτέμιδος στην αρχαία πόλη Σεγέστα με αρώματα. Ομοίως, ο ποιητής Καλλίμαχος ο Κυρηναίος περιγράφει το άγαλμα της βασίλισσας της Αιγύπτου Βερενίκης ΙΙ, το οποίο ήταν επικαλυμμένο με αρώματα, αναδεικνύοντας τη σημασία της ευωδίας ως μέρος της τελετουργικής και αισθητικής εμπειρίας.

Αυτή η πρακτική, ωστόσο, δεν περιοριζόταν μόνο στη διακόσμηση των γλυπτών. Τα αρώματα είχαν και τελετουργική και θρησκευτική σημασία στην αρχαιότητα, συνδέοντας την αισθητική εμπειρία με τη λατρεία των θεών. Στην Δήλο, για παράδειγμα, χαραγμένες επιγραφές αποκαλύπτουν τη χρήση συγκεκριμένων αρωμάτων για τη διακόσμηση των αγαλμάτων της Αρτέμιδος και της Ήρας, που συνδύαζαν φυσικά υλικά, όπως το ελαιόλαδο και το κερί μέλισσας, με αρωματικά έλαια, όπως το ροδόσταγμα. Αυτά τα αρώματα δεν ήταν μόνο μια αισθητική προσθήκη, αλλά και ένα μέσο επικοινωνίας με τους θεούς, καθώς οι άνθρωποι της εποχής πίστευαν πως η ευωδία τους προσέφερε προσευχή και ευλογίες.
Μία από τις πιο συναρπαστικές ανακαλύψεις της μελέτης της Brøns αφορά την ανακάλυψη αρωματικών εργαστηρίων στη Δήλο, τα οποία αποδεικνύουν ότι το νησί ήταν ένα κέντρο παραγωγής αρωμάτων, τα οποία χρησιμοποιούνταν ακριβώς για τον αρωματισμό των αγαλμάτων. Οι εγκαταστάσεις αυτές αποκαλύπτουν την τεχνογνωσία των αρχαίων αρωματοποιών, που δημιουργούσαν τα πιο εξωτικά αρώματα με συνδυασμούς φυσικών και τεχνητών συστατικών, τα οποία εφαρμόζονταν σε συγκεκριμένα αγάλματα για να ενισχύσουν την οσφρητική τους διάσταση.

Η αρωματοθεραπεία των αγαλμάτων γινόταν με ειδικές τεχνικές, όπως η γάνωση (ganosis), η οποία αφορούσε την εφαρμογή κεριών και ελαίων για την προστασία και συντήρηση των γλυπτών. Οι συγγραφείς Βιτρούβιος και Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρουν τη χρήση κεριού και ελαίων για την αποτροπή του αποχρωματισμού των αγαλμάτων και για την επίτευξη του χαρακτηριστικού στιλβώματος που τα έκανε να ξεχωρίζουν.
Αν και τα περισσότερα από τα αρώματα που χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή έχουν χαθεί, κάποια ίχνη τους παραμένουν. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα είναι το πορτρέτο της βασίλισσας Βερενίκης ΙΙ από την εποχή των Πτολεμαίων, όπου έχουν εντοπιστεί υπολείμματα κεριού μελισσών στην επιφάνειά του. Επίσης, η χρήση λουλουδιών και γιρλαντών για τη διακόσμηση των αγαλμάτων είναι άλλο ένα στοιχείο που αναδεικνύει την οσφρητική διάσταση της αρχαίας τέχνης.

Η διακοσμητική και τελετουργική χρήση των αρωμάτων στη γλυπτική αποκαλύπτει ότι η κλασική τέχνη δεν ήταν απλά μια οπτική εμπειρία, αλλά μία πολυαισθητική διαδικασία που στόχευε να αγγίξει όλες τις αισθήσεις του θεατή, κάνοντάς τον να νιώσει όχι μόνο οπτικά αλλά και οσφρητικά την παρουσία των θεών και των ηρώων. Η αρωματισμένη γλυπτική δεν ήταν μόνο μια «μορφή τέχνης», αλλά μια γλώσσα με βαθιά θρησκευτική και συμβολική αξία.