Αρχική Επιχειρείν Προβληματισμοί και στη …γερμανική οικονομία!

Προβληματισμοί και στη …γερμανική οικονομία!

0
Διαφήμιση

Προβληματισμούς και ανησυχίες σε μια από τις πιο ανθηρές οικονομίες του κόσμου αντανακλά το Ενημερωτικό Δελτίο για το β’ τρίμηνο φέτος που απέστειλε πρόσφατα στα κεντρικά στην Αθήνα η ελληνική πρεσβεία στο Βερολίνο, με αντικείμενο τις οικονομικές εξελίξεις στη Γερμανία.

 

Η πρεσβεία επικαλούμενη μελέτη του γερμανικού Ιδρύματος «Bertelsmann Stiftung», υπό τον τίτλο «Γερμανικές εξαγωγές: ένδειξη ανωτερότητας ή κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία» αναφέρει σχετικά με τις εξαγωγικές επιδόσεις της Γερμανίας:

«Τα εμπορικά πλεονάσματα έχουν ευεργετικό αντίκτυπο στην οικονομία, καθώς αυξάνουν τα φορολογικά έσοδα, στηρίζουν την εγχώρια παραγωγή και την απασχόληση, μειώνοντας αντιστοίχως την απαραίτητη κρατική δαπάνη για επιδόματα ανεργίας και λοιπές κοινωνικές παροχές.

Επιτρέπουν τη δημιουργία ρευστών διαθεσίμων και αποθεματικών, τα οποία δύνανται να διοχετευτούν σε προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, αλλά και να προσφέρουν διασφάλιση έναντι μελλοντικών κινδύνων. Ταυτόχρονα, ωστόσο, δύνανται να αποτελέσουν πηγή μελλοντικών κινδύνων για την γερμανική οικονομία, καθώς:

1. Η υπερβολική εξάρτηση από τις εξαγωγές δύναται να προκαλέσει ιδιαίτερα ισχυρές αναταράξεις, σε περίπτωση μίας νέας παγκόσμιας ύφεσης.

2. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναυσμα λήψεως, από πλευράς των εμπορικών εταίρων της Γερμανίας, προστατευτικών αντιμέτρων, τα οποία θα έπλητταν καίρια μία εξηρτημένη από τις εξαγωγές οικονομία, όπως η γερμανική.

Παράλληλα, λόγω των υπερβολικών εμπορικών πλεονασμάτων, η Γερμανία κατηγορείται από χώρες με χαμηλότερα επίπεδα απασχόλησης ότι, ακολουθώντας πολιτική συνεχούς εξαγωγικής επέκτασης, στην ουσία εξάγει την ίδια ανεργία προς αυτές».

«Εξαγωγική εξάρτηση» και «εθνικό νόμισμα»

Η πρεσβεία προσθέτει, αντανακλώντας τη διαπάλη διαφορετικών συνταγών και μειγμάτων διαχείρισης : «Εν κατακλείδι, οι υψηλές επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας στον εξαγωγικό τομέα και τα εμπορικά πλεονάσματα δεν θεωρούνται αρνητικά αφ’ εαυτού.

Προβληματισμός, ωστόσο, εγείρεται εκ του αντικτύπου της επισώρευσης υψηλών πλεονασμάτων επί σειράς ετών, τόσον στην ίδια την γερμανική οικονομία, επιτείνοντας την μονοδιάστατη εξαγωγική της εξάρτηση, όσον και στο πεδίο των εμπορικών της σχέσεων, υπό τον κίνδυνο πιθανών αντιμέτρων και εμπορικών “πολέμων”.

Ειδικά, η απουσία “μηχανισμού εξισορρόπησης”, ήτοι της ανατίμησης του εθνικού νομίσματος, λόγω της συμμετοχής της Γερμανίας στην Ευρωζώνη, η οποία θα λειτουργούσε εξισορροπητικά έναντι της επισώρευσης υπερβολικών εμπορικών πλεονασμάτων, καθιστά απαραίτητη την ενεργοποίηση κρατικών πολιτικών για την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης και κατανάλωσης και της, με αυτά συνδεόμενης, αύξησης των εισαγωγών».

Μια συζήτηση για το «εθνικό νόμισμα» που εγείρεται και στο εσωτερικό της Γερμανίας στη βάση, πάντα, εσωτερικών διαφοροποιήσεων.

«Minijobs»: 1 στους 5 με 450 ευρώ

 

Στο ίδιο Ενημερωτικό Δελτίο γίνεται εκτενής αναφορά στα «Επαγγέλματα μειωμένου ωραρίου», τα λεγόμενα «Minijobs».

Επικαλούμενη η πρεσβεία έρευνα που διεξήγαγε το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών RWI σχετικά με το θέμα στο πολυπληθέστερο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας Βεσταφαλίας, το οποίο θεωρείται και πλέον αντιπροσωπευτικό της Γερμανίας συνολικά, κατέληξε στα εξής αποτελέσματα:

Μία στις πέντε δουλειές στην Γερμανία συνιστά εργασία μειωμένου ωραρίου.

Σε σύνολο 31 εκ. απασχολουμένων, το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί περίπου σε 7 εκ. εργαζομένους. Σε αυτό τη κατηγορία απασχόλησης η αμοιβή δεν υπερβαίνει τα 450 Ευρώ, ενώ ο εργαζόμενος δεν υποχρεούται να καταβάλει «κοινωνικές εισφορές».

«Στόχος αρχικά ήταν η διευκόλυνση με τον τρόπο αυτό της εισόδου στην αγορά εργασίας. Εν τούτοις, προηγούμενες μελέτες καταδεικνύουν, ότι η μεταπήδηση τελικά σε επαγγέλματα πλήρους ωραρίου παραμένει σπάνια. 

Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ το 2012 14% των εργαζομένων μειωμένου ωραρίου δήλωνε ότι απώτερος σκοπός τους ήταν η μετάβαση κάποια στιγμή σε εργασία πλήρους απασχόλησης, το 2016 το ποσοστό αυτό μειώθηκε σε 9%. Η πλειονότητα, δηλαδή, αντιμετωπίζει την μειωμένη απασχόληση ως πηγή πρόσθετου εισοδήματος και δεν επιθυμεί καμία αλλαγή» δίνει την εξήγησή της η πρεσβεία.

Και καταλήγει: «Το 2012, άνω του ημίσεως των απασχολουμένων υπό καθεστώς μειωμένου ωραρίου ελάμβανε λιγότερο από 8,50 Ευρώ την ώρα. Το 2016 το αντίστοιχο ποσοστό είχε μειωθεί στο 15%. Το μεγαλύτερο τμήμα των ημιαπασχολουμένων (40%) λαμβάνει ακριβώς τον κατώτατο μισθό ή και έως 9,99 ευρώ την ώρα. 

Το μέσο ωρομίσθιο, σημειώνοντας αύξηση 13% διαμορφώθηκε στο επίπεδο των 10,63 Ευρώ, ενώ ο αριθμός εργαζομένων μειωμένου ωραρίου σημείωσε πτώση». Το ωρομίσθιο αυτό, βέβαια, πρέπει να εκτιμηθεί σε αντιπαραβολή και με το …γερμανικό κόστος ζωής. 

Και ακόμα: «Οσον αφορά στο καθεστώς ασφάλισης και εργασιακών δικαιωμάτων (άδεια μετ’ αποδοχών, αναρρωτική άδεια, διαλείμματα εν ώρα εργασίας) παρά τη σχετική βελτίωση από το 2012 και εντεύθεν, ολιγότερον από το ήμισυ των εργαζομένων επωφελείται των σχετικών δυνατοτήτων».

Διαφήμιση