Αρχική Special Topics Ἐπικαιροποίηση τοῦ Ὁμήρου – Α’ μέρος

Ἐπικαιροποίηση τοῦ Ὁμήρου – Α’ μέρος

0
Οδύσσεια - Ομήρου - Ιλιάδα
Εικόνα: UNSPLASH/Tbel Abuseridze
Διαφήμιση
Κώστας Δούκας
Κώστας Δούκας

Του Κώστα Δούκα*

Τί λεγόταν τότε και τί λέμε σήμερα οι Ἕλληνες και…ὅλος ο κόσμος!

Δέν μεταλλάσσεται μόνο ὁ ἰός τῆς λεγομένης πανδημίας πού βιώνουμε. Μεταλλάσσεται καί ἡ γλῶσσα μας, ἢ γιά τήν ἀκρίβεια κακοποιεῖται ἀπό τούς ἲδιους τούς Ἓλληνες ἐπί καθημερινῆς βάσεως. Τό τί λέγεται καί γράφεται καθημερινά ἀπό τά μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης καί τά τηλεοπτικά κανάλια εἶναι ἀφάνταστο.

Σκέφθηκα λοιπόν, μπροστά σ᾽ αὐτόν τόν μεγάλο κίνδυνο τῆς διαστροφῆς πού διατρέχει ἡ πανάρχαια γλῶσσα μας, νά ἐπικαλεσθῶ τήν γλῶσσα τοῦ Ὁμήρου, αὐτούσια καί ἐν μεταφράσει, ἐπικεντρώνοντας τήν προσοχή τοῦ ἀναγνώστη μόνο στήν ραψωδία Α τῆς Ἰλιάδος, γιά νά διαπιστώσει ἰδίοις ὂμασι πόσο τά Ὁμηρικά Ἒπη ἒχουν ἐπηρεάσει γλωσσικά καί ὂχι μόνο τόν σύγχρονο κόσμο. Φανταστῆτε τί θα μποροῦσε να προκύψη ἀπό τήν ἀνάλυση ὃλων τῶν ραψωδιῶν μέ τόν τρόπο πού θα δῆτε εὐθύς ἀμέσως.

Ἡ μῆνις τοῦ Ἀχιλλέως

ραψωδία Α τῆς Ἰλιάδος χαρακτηρίζεται ἀπό μία ἐντυπωσιακή βράχυνση τοῦ λόγου καί ἐπικέντρωση στά γεγονότα πού προκάλεσαν τήν μῆνιν τοῦ Ἀχιλλέως. Μαθαίνουμε ὃτι ὁ ἀρχιστράτηγος Ἀγαμέμνων καί ὁ βασιλιᾶς τῆς Φθίας Ἀχιλλέας ἐρίζουν γιά μία σοβαρή ἀδικία πού διεπράχθη σέ βάρος τοῦ γενναιοτέρου καί ἀνδρειοτέρου ἣρωα τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου.

Ἀγαμέμνων μέ τήν ἀγέρωχη στάση καί συμπεριφορά του, δέν διαστάζει δεχθῆ ὡς δῶρο ἁρπάζοντας τήν Χρυσηΐδα, μολονότι γνωρίζει ὃτι ὁ Χρύσης εἶναι εὐνοούμενος ἱερέας τοῦ Ἀπόλλωνος. Κι ὂχι μόνον αὐτό, ἀλλά καί ἀποπέμπει σκαιότατα τόν  ἱερέα πού ἒφερε λύτρα γιά νά πάρη πίσω την κόρη του, καί μάλιστα τόν ἀπειλεῖ φοβίζοντάς τον:

         <<Μή σέ πετύχω, γέροντα, κοντά στίς κοῖλες νῆες,

         ἢ τώρα νά χρονοτριβῆς ἢ νά γυρίζης ὓστερα,

         μήπως τό σκῆπτρο ἂχρηστο καί στέμμα θεϊκό>>.

Κι ἀκόμη ἀπειλεῖ ὃτι θά δουλώση τήν Χρυσηΐδα παίρνοντάς την στήν πατρίδα του, στίς Μυκῆνες. Ἒτσι δέν μένει ἂλλη ἐπιλογή τόν Χρύση, ἀπό τό νά ζητήση τήν ἀρωγή τοῦ Ἀπόλλωνος, ὁ ὁποῖος τόν εἰσάκουσε καί τόξευε τό στρατόπεδο τῶν Ἀχαιῶν ἐπί ἐννέα ἡμέρες, ἀποδεκατίζοντας τόν στρατό τῶν Ἀχαιῶν, ὁ ὁποῖος διά βοῆς εἶχε ζητήσει ἀπό τόν βασιλιᾶ νά λυτρώση τήν κόρη, ἀλλά αὐτός δἐν ἂκουσε τό στράτευμα.

Αὐτή ἡ κατάσταση ἦταν φυσικό νά προκαλέση τήν παρέμβαση τοῦ Ἀχιλλέως, καθώς ἒβλεπε τῶν Δαναῶν τόν θάνατο.

Ὃσο κι ἂν φαίνεται παράδοξο, στήν μακρυνή ἐκείνη ἐποχή τοῦ Ὁμήρου οἱ ἀποφάσεις ἐλαμβάνοντο μέ δημοκρατικό τρόπο, σέ συνέλευση τοῦ στρατοῦ πού ἒλεγε τήν γνώμη του

(κι αὐτό θά τό δοῦμε σέ πολλές ἂλλες ραψωδίες). Ὁ βασιλιᾶς ἂκουγε, γινόταν διάλογος καί τελικά λαμβανόταν ἡ ἀπόφαση ἀπό τόν ἂνακτα, ὁ ὁποῖος διάλεγε τήν καλύτερη λύση, πού ἐπιδοκίμαζε διά βοῆς ὁ στρατός.  Ὃμως αὐτή τήν φορά ὁ Ἀγαμέμνων ἦταν ἀνένδοτος.

Κατά τήν συνέλευση πού ἀκολούθησε μέ πρωτοβουλία τοῦ Ἀχιλλέως, τήν δεκάτη ἡμέρα ἀφ᾽ ὃτου ὁ Ἀπόλλων ἐπί ἐννέα ἡμέρες τόξευε τό στράτευμα, ἀρχίζει μία ἀριστουργηματική περιγραφή ὀξύνσεως τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν δύο βασιλέων. Ὁ διάλογος τῶν δύο ἀνδρῶν στήν ἀρχή εἶναι αὐστηρός καί ὀξύνεται προοδευτικά, σέ βαθμό πού νά καταλήγη σέ ὓβρεις καί ἀπειλές, πού καταλήγουν στήν ἀπόσυρση τοῦ Ἀχιλλέως ἀπό τήν μάχη καί τήν ἀπειλή του νά ἐπιστρέψη στήν Φθία.

Ἡ μυστηριώδης ἔννοια του 9

Πρίν συνεχίσω, θά ἢθελα νά σταθῶ σέ ἓνα ἀριθμό πού ἐκφράζει κρίσιμο χρόνο στήν ἐξέλιξη τῶν γεγονότων. Τόν ἀριθμό ἐννέα.

           Ἐννήμαρ μέν ἀνά στρατόν ὢχετο κῆλα θεοῖο,

          τῇ δεκάτῃ δ᾽ ἀγορήν δέ καλέσσατο λαόν Ἀχιλλεύς.

          (Ἐννέα ἡμέρες στόν στρατό ρίχνει ὁ θεός τά βέλη,

          καί τήν δεκάτη ὁ Ἀχιλλέας κάλεσε τόν λαό).

Ὃμηρος χρησιμοποιεῖ πολλές φορές τόσο στήν Ἰλιάδα ὃσο καί στήν Ὀδύσσεια τήν λέξη ἐννήμαρ=ἐννέα ἡμέρες, ὃπως ἐννήμαρ μέν πλέομεν ἡμέραν τε καί νύκτα (ἐννέα ἡμέρες ταξιδεύαμε ἡμέρα καί νύκτα). Ὁ ἀριθμός ἐννέα φαίνεται καθοριστικός γιά τόν Ὃμηρο, καθώς εἶναι τριπλάσιος τοῦ τρία. Στήν Ἰλιάδα Ζ 174 ἐννέα βοῦς ἱέρευσεν, ἢτοι θυσίασε ἐννέα βόδια. Στήν Ὀδύσσεια θ 258 συναντᾶμε καί πάλι τήν λέξη ἐννήμαρ. Στήν Ἰλιάδα Β 96, ἐννέα βοοῦσαν κήρυκες γιά νά σταματήσουν τίς φωνές τοῦ στρατεύματος καί νά ἀκουσθοῦν οἱ ἀρχηγοί. Στήν Ἰλιάδα πάλι Ζ 174 ἐννέα βόδια θυσιάζονται. Οἱ Μοῦσες εἶναι ἐννέα. Πάμπολλες λέξεις παράγονται ἀπό τό ἐννέα, ἂνω τῶν 40, μέ διάφορες σημασίες, ὃπως ἐννεάβιος, ὁ ἒχων δηλ. ἀξία ἐννέα βοδιῶν (Ἰλ. Ζ 236) κλπ.

Στό σημεῖο αὐτό ἀρχίζει ἡ πρώτη ἒμμεση ἀντιπαράθεση ᾽Αχιλλέως καί Ἀγαμέμνονος, καθώς ὁ πρῶτος βεβαιώνει ὃτι κανείς δέν θά ἀγγίξη τόν μάντι.

Ἀκολουθεῖ ἒκρηξη θυμοῦ τοῦ Ἀγαμέμνονος, ὁ ὁποῖος κακολογεῖ τόν μάντι Κάλχαντα, ὃτι εἶναι μάντις κακῶν καί ὃτι οὐδέποτε τοῦ εἶπε μία εὐχάριστη μαντεία. Ὁ Ὃμηρος χρησιμοποιεῖ τήν λέξη <<κρήγυον>>, ἢτοι χρήσιμο, ὠφέλιμο, εὐχάριστο. Ἡ λέξη χρησιμοποιήθηκε εὐρύτατα στήν ἀρχαιότητα. Ἡ ἐτυμολογία εἶναι ἀμφίβολη. Ἂλλοι λένε ὃτι παράγεται ἀπό τό <<χρήσιμος>>. Ἂλλοι ἀπό τό <<κέαρ>> καί <<γαίω>>, ὃτι δηλαδή τέρπει τήν καρδιά.

Πάντως ὁ Ὃμηρος εἶναι ὁ πρῶτος πού χρησιμοποιεῖ αὐτή τήν λέξη καί τήν ἀναφέρει μία καί μόνη φορά. Ὁ Θεόκριτος εἲτε ἐπίτηδες εἲτε παρανοῶν τον Ὃμηρο μεταχειρίζεται τήν λέξη μέ τήν σημασία τοῦ <<ἀληθής>>, <<πραγματικός>>.

                <<Εἲπατέ μου τό κρήγυον>>.

Τί ὡραῖο πού θά ἦταν νά ἀναβιώναμε στό σημερινό μας λεξιλόγιο πανάρχαιες ὁμηρικές λέξεις: Κρήγυον.

Ἀπό ἐδῶ καί πέρα τά πράγματα ἀγριεύουν. Ὁ Ἀγαμέμνων, ἒχοντας πεποίθηση στήν ἐξουσία πού τοῦ δόθηκε, ὃπως πιστευόταν, ἀπό τόν Δία, προκαλεῖ ἐμμέσως τόν Ἀχιλλέα. Ἀφοῦ πρῶτα δηλώνει ὃτι προτιμᾶ τήν Χρυσηΐδα ἀπό τήν νόμιμη γυναῖκα του, τήν Κλυταιμνήστρα, ζητεῖ ἀπό τούς Ἀχαιούς νά τοῦ δώσουν αὐτοστιγμεί ἂλλο ἀντάξιο <<δῶρο>>, δηλαδή ἂλλη γυναῖκα.

διάλογος πού ἀκολουθεῖ καί πού ὀξύνεται προοδευτικά, εἶναι ἀριστουργηματικός, μεστός ἐπιχειρημάτων καί ἀπό τούς δύο ἂνδρες. Ὁ ἀναγνώστης πρέπει νά διαβάση μέ προσοχή τά ἀνεπανάληπτα αὐτά κείμενα, γιά νά διαπιστώση σέ ποιό ὑψηλό πνευματικό ἐπίπεδο βρίσκονταν οἱ πανάρχαιοι αὐτοί Ἓλληνες. Ὁ Ἀχιλλέας κάνει τόν πρῶτο χαρακτηρισμό ἀποκαλῶντας τόν Ἀγαμέμνονα <<φιλοκτεανώτατον>>, ἢτοι πού ἀγαπᾶ πολύ τά δῶρα. Ἀργότερα, κατά τήν ἐξέλιξη τοῦ διαλόγου, ὁ χαρακτηρισμός θά πάρη πιό συγκεκριμένη μορφή καί καταγγελία σέ βάρος τοῦ λαοποιμενάρχου. Πάντως τοῦ συνιστᾶ νά δώση πίσω τήν Χρυσηΐδα, ὑποσχόμενος ὃτι θά πάρη τριπλᾶ καί τετραπλᾶ δῶρα ὃταν ἐκπορθηθῆ ἡ Τροία.

Αἱ ὕβρεις

Ὃμως ὁ Ἀτρείδης ἀρχίζει νά προσβάλη μέ σκληρά λόγια τόν Ἀχιλλέα, στά λόγια τοῦ ὁποίου ὂχι μόνο δέν πείθεται, ἀλλά ἀπειλεῖ νά ἁρπάξη τίς γυναῖκες τοῦ Ἀχιλλέως ἢ τῶν ἂλλων ἀρχηγῶν, τοῦ Αἲαντος ἢ τοῦ Ὀδυσσέως. Ὡστόσο πείθεται νά λύση τήν Χρυσηΐδα γιά τό καλό τοῦ στρατοῦ. Τότε ὁ Ἀχιλλέας ἀγριεύει καθώς ὁ Ἀγαμέμνων ὑπονοεῖ ὃτι θά τοῦ ἁρπάξη την ἀγαπημένη του Βρισηΐδα καί ἐκτρέπεται σέ ὓβρεις. Τόν ἀποκαλεῖ ἀναιδῆ καί κερδοσκόπο καί τοῦ ὑπενθυμίζει μπροστά στό στράτευμα ὃτι αὐτός καί οἱ Μυρμιδόνες δέν ἒχουν διαφορές μέ τούς Τρῶες διότι:

        <<οὐδέ ποτ᾽ ἐν Φθίῃ ἐριβώλακα βωτειανείρην

        καρπόν ἐδηλήσαντ᾽, ἐπεί ἦ μάλα πολλά μεταξύ

        οὒρεά τε σκιόεντα θάλασσά τε ἠχήεσσα>>

        (Κι οὒτε ποτέ στήν εὒφορη Φθία τήν ἀνδροτρόφα

        καρπό κατέστρεψαν, γιατί πολλά εἶναι μεταξύ μας

        καί ὂρη σκιόεντα καί θάλασσα ἠχήεσσα)

Αὐτοί οἱ ὁμηρικοί στίχοι ἀξίζει νά ἀπομνημονευθοῦν:

<<…πολλά μεταξύ οὒρεά τε σκιόεντα θάλασσά τε ἠχήεσσα>>.

Καί τό ἐπίμετρο:

<<Μά ἐρχόμαστε, ἀναιδέστατε, πίσω σου γιά νά χαίρης,

τιμή γιά τόν Μενέλαο καί σένα, σκυλομούρη,

ἀπό τούςΤρῶες νά πάρουμε, μά δέν σέ μέλει τίποτε>>

Καί ἀποκαλύπτει στήν συνέχεια ὁ Ἀχιλλέας, ὃτι ἐνῶ αὐτός μοχθεῖ περισσότερο στόν πόλεμο, τό δῶρο του εἶναι πάντα μικρότερο, ἐνῶ οἱ Ἀτρεῖδες παίρνουν τά περισσότερα. Καί ἀπειλεῖ:

            <<νῦν δ᾽ εἶμι Φθίην δ᾽, ἐπί πολύ φέρτετόν ἐστιν

            οἲκαδ᾽ ἶμεν σύν νηυσί κορωνίσιν…>>

            (στήν Φθία θά πάω τώρα δά, γιατί καλλίτερο εἶναι

            μέ τίς καμπύλες νῆες μας στά μέρη μας νά ἒλθω…)

Νά σταθοῦμε παρενθετικά στήν ἒκφραση σύν νηυσί κορωνίσιν. Οἱ λέξεις τοῦ Ὁμήρου ἒχουν περάσει στά λεξιλόγια ὃλων τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν καί τοῦ κόσμου.  Τά πλοῖα τῶν Ἀχαιῶν ἦσαν καμπύλα ἐμπρός, στήν πλώρη, ὃπως ἀκριβῶς εἶναι σήμερα οἱ πλῶρες τῶν γιγαντιαίων τάνκερς,<<βολβοειδεῖς>>, διότι ἡ τεχνολογία κατέδειξε ὃτι ἡ βολβοειδής πρῶρα αὐξάνει ἀδαπάνως τήν ταχύτητα τοῦ πλοίου κατά ἓνα ἢ δύο κόμβους τήν ὣρα. Ἒτσι ἐξοικονομοῦνται καύσιμα.

Κορώνη+ἰός=βέλος

Τά πλοῖα λοιπόν τῶν Ἀχαιῶν ἦσαν καμπύλα ἐμπρός. Ἡ λέξη <<κορώνη>> σημαίνει καμπύλη. Σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα μαστίζεται ἀπό τήν πανδημία τοῦ κορωναϊοῦ, λέξη πού εἶναι σύνθετη. Κορώνη+ἰός=βέλος. Οἱ σύγρονοι ἐπιστήμονες ὀνόμασαν ἒτσι τόν θανατηφόρο ἰό ἐπειδή μοιάζει μέ <<κορώνα>>. Γιά τήν ἀκρίβεια μοιάζει ἀπολύτως μέ τίς σφαιρικές βόμβες βυθοῦ τοῦ Β´παγκοσμίου πολέμου, πού ἒφεραν , οἱ ὁποῖοι ἦσαν οἱ πυρκροτητές. Καθώς αὐτές οἱ βόμβες ἦσαν ἡμιβυθισμένες, τό πλοῖο πού θά προσέκρουε σέ μία ἀκίδα, θά ἀνατιναζόταν καί θά βυθιζόταν.

Τήν λέξη <<κορώνη>> παρέλαβαν οἱ Λατίνοι ἀπό τόν Ὃμηρο γιά νά ὀνοματίσουν τό στέμμα τῶν βασιλέων καί τῶν βασιλισσῶν, τήν κορῶνα δηλαδή, ἐπειδή τό βασιλικό αὐτό ἒμβλημα εἶναι καμπύλο, καί ἐπί πλέον φέρει τίς χρυσές προεξοχές τοῦ στέμματος. Ἒτσι δέν βρῆκαν καμμία δυσκολία οἱ ἐπιστήμονες νά ὀνοματίσουν τόν νέο ἰό, παρατηρῶντας τό σχῆμα του μέ τό ἠλεκτρονικό μικροσκόπιο. Διάλεξαν λοιπόν δύο λέξεις τοῦ Ὁμήρου καί ἒλυσαν τό πρόβλημα τῆς ὀνομασίας.Ὁ <<ἰός>> βάλλει, προσβάλει μέ τήν ἀκίδα του καί ἒχει σχῆμα καμπύλο, ὃπως ἡ κορῶνα. Καί ὀνομάσθηκε <<κορῶνα ἰός>> ἢ corona virus, ὃπου καί τό virus εἶναι παραφθορά τῆς λέξεως <<ἰός>>. Κι ἐμεῖς τὀν λέμε <<κορωνοϊό>>.

Κανένας ῝Ελληνας γλωσσολόγος δέν σκέφθηκε τόν γραμματικό κανόνα ὃτι στίς σύνθετες λέξεις, ὃταν ἡ πρώτη τελειώνει σέ φωνῆεν καί ἡ δεύτερη ἀρχίζει ἐπίσης μέ φωνῆεν, τότε τό καταληκτικό φωνῆεν τῆς πρώτης λέξεως ἀποβάλλεται πρός ἀποφυγή χασμωδίας. Ἒτσι τό ὂνομα τοῦ θανατηφόρου ἰοῦ δέν εἶναι οὒτε <<κορωνοϊός>> οὒτε <<κορωναϊός>>, ἀλλά <<κορωνιός>>. Τελικά καθώς συγκόπτονται οἱ λέξεις, ἐπικράτησε τό covid-19, πού περικλείει τίς ἀρχικές ὁμηρικές λέξεις κατά συγκοπή, ἐνῶ τό 19 προσδιορίζει τήν ἡμερομηνία πού ἐμφανίσθηκε ἰός.

Τό ποτήρι ξεχείλισε

Ἀς ἐπανέλθουμε ὃμως στήν συνέχεια τῆς ραψωδίας Α τῆς Ἰλιάδος. Ὁ Ἀγαμέμνων μέ ὑπεροψία περιφρονεῖ τόν Ἀχιλλέα, τοῦ λέει νά φύγη ἂν τό θέλει, διότι ὑπάρχουν κι ἂλλοι γύρω του νά τόν τιμήσουν, τόν θεωρεῖ ἐχθρικό, καί τοῦ λέει ὃτι δέν τόν λογαριάζει καί τόν ἀπειλεῖ εὐθέως ὃτι θά τοῦ πάρη τήν ἀγαπημένη του Βρισηΐδα ἀπό τήν σκηνή του <<γιά νά φοβᾶται κι ἂλλος νά τοῦ ὁμιλῆ καί ἐξομοιώνεται σάν ἲσος μαζί του>>.

Βαρειές κουβέντες. Τό ποτήρι ξεχείλισε. Ὁ Ἀχιλλέας εἶναι ἓτοιμος νά ξιφουλκήση καί νά ἐπιτεθῆ στόν Ἀγαμέμνονα, ἀλλά τήν κρίσιμη αὐτή στιγμή ἒχομε θεία παρέμβαση ἀπό τήν Ἀθηνᾶ, ἡ ὁποία τόν συγκρατεῖ. Τήν εἶχε στείλει ἡ Ἣρα, ἡ ὁποία ἀγαποῦσε ἐξ ἲσου καί τούς δύο, ἀπαράλλακτα ὃπως σήμερα… ἡ Μέρκελ ἀγαπᾶ ἐξ ἲσου τόν Ἐρντογάν καί τόν Μητσοτάκη.

Ἐδῶ μαθαίνουμε ὃτι ὁ Ἀχιλλέας ἦταν ξανθός, ὃπως ἦταν καί ὁ Μενέλαος, διότι ἡ Ἀθηνᾶ τόν πιάνει ἀπό τήν ξανθή του κόμη καί τοῦ συνιστᾶ νά βάλη τό ξίφος στό φηκάρι καί νά τόν βρίση ὃσο θέλει. Ὂχι ὃμως αἳματα καί φόνο.Ὁ Ἀχιλλέας ὑπακούει καί λέει μία μεγάλη ἀλήθεια:

              <<ὃσο κε θεοῖς ἐπιπείθητε μάλα τ᾽ἒκλυον αὐτοῦ>>

              (ὃσο ὑπακοῦμε τούς θεούς, πιό πολύ μᾶς ἀκοῦν).

Αὐτό εἶναι ἓνα πολύ ὡραῖο ἀπόφθεγμα τοῦ Ὁμήρου, πού ἀξίζει νά τό ἀπομνημονεύση κανείς λόγω τῆς διαχρονικότητός του.

Μέ τήν ἂδεια τῆς θεᾶς ὁ Ἀχιλλέας ἐξύβρισε σκαιότατα τόν ἀρχιστράτηγο. Τόν ἀπεκάλεσε μεθύστακα (οἰνοβαρές), σκυλομάτη (κυνός ὂματ᾽ ἒχων), μέ καρδιά ἐλαφιοῦ. Καί τό πιό σοβαρό:<<Βασιλεύεις σέ τιποτένιους λαοφάγε βασιλιᾶ>> (δημοβόρος βασιλεύς ἐπεί οὐτιδανοῖσιν ἀνάσσεις). Καί τόν προειδοποιεῖ ὃτι τόν Ἀχιλλέα ὃλοι θά τόν ποθήσουν. Καί καθώς θά πέφτουν νεκροί ἀπό τόν ἀνδροφόνο Ἓκτορα, αὐτός θά λυώνει μέσα του, μέ λύπη πού δέν τίμησε τόν ἂριστο τῶν Ἀχαιῶν.

Ἡ μεγάλη ρήξη εἶχε συντελεσθῆ

Ἀχιλλέας δέν πολεμᾶει πιά. Ὁ Ἀγαμέμνων πνέει μένεα. Ὁ Νέστωρ προσπαθεῖ νά συμβιβάση τά πράγματα γιά νά τά βροῦν οἱ δύο ἣρωες, ἀλλά ματαίως. Ὁ Ἀγαμέμνων εἶναι ἀνένδοτος <<Δέν μπορεῖ, λέει ὁ ἂνδρας αὐτός νά θέλη νά ὑπερτερῆ ὃλων, νά προστάζη ὃλους καί νά βασιλεύη σέ ὃλους.>>

Τά λόγια αὐτά ἀκούει μαινόμενος ὁ Ἀχιλλέας (περί δειλοῦ καί οὐτιδανοῦ, τιποτένιου), δηλώνει ἀνυπακοή, ξεκαθαρίζει ὃτι δέν θά ἒλθη στά χέρια γιά μία γυναῖκα καί τόν προειδοποιεῖ νά μή τολμήση ν᾽ ἁρπάξη τίποτε ἂλλο ἀπό τό πλοῖο του, ἀλλοιῶς

      << αἶψά τοι αἷμα κελενόν ἐρωήσει περί δουρί>>

Δηλαδή <<εὐθύς τό μαῦρο αἷμα σου θά τρέξη ἀπό τό δόρυ>>

Μετά τήν λογομαχία, ὁ Ἀγαμέμνων ἒφερε τήν ὡραία Χρυσηΐδα σέ πλοῖο καί πρόσταξε τόν στρατό νά ἀπολυμαίνεται καί νά ρίξη τά λύματα στήν θάλασσα.

Πόσο παλιές εἶναι λέξεις αὐτές! Ἀπολυμαίνομαι, λύματα. Τίς ἲδιες λέξεις χρησιμοποιοῦμε καί σήμερα. Καί ὃλα τά λύματα τά πετᾶμε στήν θάλασσα, ὃπως τότε. Μόνο πού τά περνοῦμε πρῶτα ἀπό… βιολογικό καθαρισμό λόγω πολυανθρωπίας γιά νά μήν αὐτοδηλητηριασθοῦμε.

Ἀς φωτίσουμε λίγο τίς ὑπέροχες αὐτές λέξεις ἡλικίας 5.000 ἐτῶν

       <<οἱ δ᾽ ἀπολυμαίνοντο καί εἰς ἃλα λύματ᾽ ἒβαλλον>>   {᾽Ιλ. Α 314}.

Ἡ λέξη κατάγεται ἀπό τό πολυσήμαντο ρῆμα λούω, πού παρελήφθη αὐτούσιο ἀπό τήν Λατινική: Luo καί δημιούργησε πληθώρα λέξεων στήν Εὐρωαϊκή ὁμοιογλωσσία, πού στηρίζεται ἀπολύτως στήν ὁμηρική γλῶσσα. Σήμερα, πού ἀναμιγνύονται στήν Ἑλληνική λόγω τῆς τεχνολογίας ὃλο καί περισσότερο ἀγγλικές, γαλλικές, ἰταλικές καί ἂλλες εὐρωπαϊκές λέξεις, ἀκοῦμε καθημερινά νά χρησιμοποιεῖται λέξη ὁμηρικῆς καταγωγῆς γιά τό μεγαλύτερο οἰκολογικό πρόβλημα πού ἀντιμετωπίζει ἡ ἀνθρωπότητα: Ρύπανση τῆς ἀτμοσφαίρας, τῆς θαλάσσης, τῆς Γῆς.

Εἶναι ἡ λέξη polution καταγομένη ἀπό τό λούω. Ἀλλά καί ἀτμόσφαιρα, καί θάλασσα καί γῆ εἶναι λέξεις ὁμηρικές: Thalassarktos εἶναι η πολική ἀρκούδα,  thalassian (θαλάσσια χελῶνα),  thalassic (θαλασσινός),  thalassocracy θαλασσοκρατία),  thalassography (θαλασσογραφία), thalassophobia (θαλασσοφοβία), thalassotherapy (θαλασσοθεραπεία) εἶναι μερικές ἀπό τίς λέξεις πού χρησιμοποιοῦν οἱ ξένοι, παρμένες καί κατά τά δύο σκέλη τῶν συνθέτων λέξων ἀπό τά ὁμηρικά κείμενα. Καί περαιτέρω: ὁ ἀτμός καί ὁ ἀήρ καί ἡ γαία εἶναι λέξεις ὁμηρικές. Ἀλλά καί τό ἀπό+λυμαίνομαι σημαίνει καθαρίζομαι διά λουτροῦ. Τό λυμαίνομαι προσλαμβάνει καί μία ἀκόμη ἒννοια: Κακομεταχειρίζομαι, κακοποιῶ, καταστρέφω, ὂχι μόνον ἐπί σωματικῆς, ἀλλά καί ἠθικῆς ἒννοιας: Λυμαίνεσθε τόν νεκρόν λέει ὁ Ἡρόδοτος. Λυμαίνομαι τό σῶμα λέει ὁ Ἱπποκράτης. Στό ἀστικό δίκαιο: Λυμαίνομαι νόμους.

Καί καθώς τό ὁμηρικό ρῆμα λούω εἰσχωρεῖ σέ ὃλα τά λεξιλόγια ξένων γλωσσῶν, μᾶς ἒρχονται λέξεις ἐκ παλιννοστήσεως: Λοῦστρος, τά λοῦσα, λουστρίνι κ.ἂ. Ἂν συνεχίζαμε τίς ἐτυμολογίες θά μπορούσαμε νά βρισκόμαστε σέ στρατειές ὁμηρικῶν λέξεων, πού παράγονται ἀπό τό ἀπολυμαίνομαι, λούω καί λῦμα.

*Ο Κώστας Δούκας είναι δημοσιογράφος (μέλος της ΕΣΗΕΑ), ερευνητής και συγγραφέας (μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών). Ασχολείται επί 40ετία με την ομηρική γραμματεία. Έχει μεταφράσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια σε πεζό λόγο και, τελευταία, σε έμμετρο μετά σχολίων, με την διάσωση του 80% των λέξεων του Ομήρου.

Διαφήμιση